Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Β΄ Λογοτεχνικός διαγωνισμός διηγήματος (2)


Β΄ Λογοτεχνικός διαγωνισμός διηγήματος

B΄ ΒΡΑΒΕΙΟ

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ
                                 Της Ρίας Σπανού

Δεν είναι εύκολο να είσαι αναγκασμένος εκ των πραγμάτων ν` αντιμετωπίσεις την μοχθηρία, την ευφυΐα και την σκοτεινή δύναμη ενός λύκου που αποφάσισε να σε συμπεριλάβει στην ζωή του και ταυτόχρονα να ζεις όπως σου αρέσει. Αυτό συνέβη σ εμένα. Αν κάποιος με ρωτούσε αν θάθελα να συμβεί θάλεγα ένα τρανταχτό όχι. Λέω ότι δεν το επέλεξα αν και καταλαβαίνω εκ των υστέρων ότι το προκάλεσα
Νομίζω ότι ο λόγος που τράβηξα την προσοχή του είναι γιατί μ' έβλεπε σαν ένα τραγανό προβατοκούνελο που περιεργαζόταν την φύση και χοροπηδούσε στους αγρούς με εξοργιστική αφέλεια και πρωτογενή αθωότητα. Του άνοιξα την όρεξη με τ΄ άσπρο σγουρό μου τρίχωμα, τα μεγάλα τεντωμένα αυτιά μου, πάντα ευαίσθητα σε ήχους και υπόηχους, την μουσούδα μου που τρεμόπαιζε πάντα έτοιμη να εξερευνήσει τις μυρωδιές που πρόσφερε η φύση, το χαρούμενο ένστικτό μου που ανάβλυζε από ένα μυστικό πυρήνα της ύπαρξής μου.
Μπορώ να πω σίγουρα ότι ο λύκος προσδιόρισε την ψυχική μου ταυτότητα, τα οξυμένα ένστικτά του ήταν αλάνθαστα και την έβαλε μπροστά στην μύτη μου να την αναγνωρίσω. Για κάποιο άγνωστο λόγο έπρεπε να με μάθω βαθύτερα.
Πάνε αρκετά χρόνια από τότε που μια μέρα βόσκωντας και χοροπηδώντας στους αγρούς ανακάλυψα την φωλιά του λύκου.
Η ζωή για μένα μέχρι τότε ήταν ένα παιχνίδι χωρίς αιχμηρές γωνίες που κάποιο αγαθό πνεύμα μου το χάρισε μαζί με την ουσία του για να παίζω και να χαίρομαι. Τα πάντα μέσα στην ζωή ήταν προσβάσιμα, ή έτσι νόμιζα, πάντως αυτή την αίσθηση απεκόμισα. Με δυό τρείς πήδους, με το ολόλευκο σώμα μου, το αγαθό κι αθώο βλέμμα μου, άνοιγα όποια πόρτα μου άρεσε, οι άλλοι μ΄ αντίκριζαν μ' επιφωνήματα χαράς, μου χάιδευαν τ' αυτιά την πλάτη και την μουσούδα, μ' άφηναν να βόσκω όσο θέλω κι όπου θέλω και λυπόντουσαν όταν χόρταινα κι έφτανε η ώρα να φύγω. Κάποιοι δάκρυσαν για να με συγκινήσουν, άλλοι μούταξαν δώρα και πολύτιμα αντικείμενα κι εγώ τότε κατάλαβα ότι είχα κάτι που ήταν σημαντικό για τους άλλους αλλά δεν ήξερα τι κι έγινα κάπως αυτάρεσκη, εγωίστρια και κακομαθημένη, χωρίς όμως ποτέ να χάσω την εσωτερική μου ουσία. Έτσι χαρούμενα, αθώα κι αυτάρεσκα, με άγνοια ενός σημαντικού μέρους του κόσμου έβλεπα την ζωή που ξετύλιγε τον ανθισμένο κόσμο της στα πόδια μου. Ερωτικό πλάσμα, ερωτευόμουν τα πάντα, όλα γύρω μου μού άρεσαν ήθελα να τα δοκιμάσω, να τα μυρίσω, να τ' ανακαλύψω. Ένοιωθα έντονα τον παλμό της ζωής μέσα μου. Η δημιουργία του κόσμου ήταν υπέροχη, γεμάτη γεύσεις, μυρωδιές και φαντασία.
Η φωλιά του λύκου ήταν ένα τούνελ στη γη που όπως είπα το ανακάλυψα τυχαία μια συνηθισμένη ημέρα περιπλάνησης. Εξωτερικά υπήρχε το στόμιο μιας μικρής σπηλιάς, που στένευε αμέσως και φαινόταν μια τρύπα να προχωράει σε βάθος της γης ίσως με μια δαιδαλώδη διαδρομή. Η βαρύτητα της σπηλιάς με κρατούσε δέσμια και συχνά- πυκνά όλο εκεί βρισκόμουν ν' αφουγκράζομαι ήχους με παράξενη και μυστηριώδη γοητεία που έβγαιναν από το βάθη του τούνελ. Φανταζόμουν ότι υπήρχε μια μυστική θάλασσα μέσα στο σκοτάδι που τα σκοτεινά νερά της έκρυβαν θαλάσσιους δράκους που φύλαγαν βυθισμένους θησαυρούς. Όταν οι δράκοι αναμόχλευαν ουρές και πτερύγια μια κρυφή τρικυμία γινόταν στο εσωτερικό, τα κύματα του νερού χτυπούσαν πάνω σε σπάνια πολύχρωμα κρύσταλλα και πολύτιμους λίθους και ακούγονταν ήχοι σα να χτυπούσαν καμπανάκια που ανακατεύονταν με τα μουγκρητά των δράκων και το υπόκωφο βουητό της θάλασσας. Κι έπειτα φανταζόμουν ότι αυτή η εικόνα μεταφερόταν στον ουρανό, ήταν ένας μεγάλος φωτεινός αστερισμός μέσα σε μια κρύα και ξάστερη νύχτα με τον μύθο της κρυφής θάλασσας της φωλιάς του λύκου να τον συνοδεύει στους αιώνες.
Έτσι λοιπόν, η σπηλιά και τα κρυφά μυστικά της με γοήτευσε σαν ένας μυστηριώδης και ανεξιχνίαστος κόσμος που λαμπύριζε μέσα στο βαθύ σκοτάδι. Ερωτεύτηκα το σκοτάδι και τα μυστικά του. Με μαγνήτιζε και σαν υπνωτισμένη πήγαινα όλο και πιο μέσα στο στόμιο μπας και ακούσω ή δω κάτι περισσότερο. Μ' έλκυε σαν αντίθετος πόλος του λευκού που μετέφερα.
Δεν είχα δει τον λύκο ακόμα, αλλά ήξερα ότι κάποια μέρα θα τον έβλεπα και θα γινόμασταν φίλοι, μαζί με τον σκοτεινό και μυστηριώδη κόσμο του. Θα χάιδευε την μουσούδα και την πλάτη μου, θα περιεργαζόμουν και θα βοσκούσα στα φύκια της υπόγειας θάλασσας που κατοικούσε και είχε το αντίτυπό της στον ουρανό και ο κόσμος μου θα μεγάλωνε και θα πλούτιζε εύκολα κι ευχάριστα.
Αυτό που δεν κατάλαβα ήταν ότι ο λύκος με είχε από καιρό εντοπίσει και παραμόνευε.
Εκείνη την ημέρα οσφραινόμουν δυνατά την Άνοιξη που έμπαινε στους αγρούς αγκαλιά με μια ζεστή λιακάδα που έδιωχνε το κρύο του χειμώνα από το χώμα, αγαπούσα όλες τις εποχές του χρόνου και περίμενα με ιερή συγκίνηση την αλλαγή τους, νά `την λοιπόν η Άνοιξη, ξύπνησε η Φύση, τεντώθηκε, τίναξε τον ύπνο και την παγωνιά από πάνω της, ξεκίνησαν μέσα από τα σπλάχνα της οι ρίζες που θα πρασινίσουν τη γη και θα ευωδιάσουν τον αέρα, σε λίγο καιρό θα μασουλάω και θα κυλιέμαι σε δροσερό χορτάρι, ο ενθουσιασμός της νέας γέννησης με συνεπήρε, αν κι από τη φύση μου δεν ήθελα και πολύ να ενθουσιαστώ, μπορώ να πω μάλιστα ότι ήμουν μονίμως ενθουσιασμένη με τα πάντα.
Έτσι, αυτή τη μέρα, εγώ, το χαρμόσυνο βήμα της άνοιξης και ο ενδυναμωμένος ενθουσιασμός μου βρεθήκαμε πάλι στο στόμιο της σπηλιάς.
Η έλξη ήταν πολύ δυνατή.
Δυνατές ανατριχίλες σαν σεισμός με διαπέρασαν, η μουσούδα μου τρεμόπαιζε σαν τρελλή, το υπόκωφο βουητό με τους ανάκατους ήχους κι υπόηχους από δράκους κρύσταλλα και κύματα τύλιξε με την μαγνητική του δύναμη το ολόλευκο σώμα μου και με ρούφηξε μέσα.
Επικρατούσε σκοτάδι αλλά εγώ εξέπεμπα ένα χαμηλό φωτισμό εξ αιτίας της λευκότητάς μου που με βοηθούσε να διακρίνω το περιβάλλον γύρω μου. Στα δυο μέτρα το τούνελ έστριβε αριστερά. Προχώρησα στο βάθος μέχρι την στροφή του και κοίταξα που πάει. Η πορεία του διαγραφόταν πλάγια και καθοδική σαν τσουλήθρα. Η κατάληξη χανόταν μέσα στο σκοτάδι. Γύρω μου το χώμα ήταν μαλακό και γλιστερό, μια υγρασία είχε διαβρώσει τα τοιχώματα και σ' ένα κοίλωμα του τοίχου υπήρχε ένας σωρός από κόκκαλα και μισοφαγωμένα πτώματα ζώων. Μύριζε απαίσια. Οι ήχοι είχαν σταματήσει ξαφνικά μόλις έφτασα στην στροφή και μια συνωμοτική σιωπή βάραινε τώρα τον λιγοστό αέρα. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική. Δεν μπορούσα ν' αναπνεύσω. Ήθελα καθαρό αέρα. Το φως που εξέπεμπα άρχισε να λιγοστεύει, τρεμόσβηνε, το σκοτάδι πλήθαινε και σκέπαζε την ορατότητα μου. Ένοιωσα τον κίνδυνο ύπουλο και υποχθόνιο να παραμονεύει έτοιμος να εκτιναχτεί από τα έγκατα της γης. Με μια ενστικτώδη αντίδραση όρμησα με μεγάλα πανικόβλητα πηδήματα προς την έξοδο. Βρέθηκα στο φως και στον καθαρό αέρα και συνέχισα να τρέχω σπάζοντας το προσωπικό μου ρεκόρ ταχύτητας. Ο λύκος μ' ακολούθησε για λίγο αλλά το φως που επικρατούσε εδώ ήταν τόσο κυριαρχικό που τον έσπρωξε πίσω στα σκοτάδια του.
Μετά απ' αυτό το περιστατικό ο λύκος δεν μ' άφησε από τα μάτια του. Μ' ακολουθούσε παντού. Και το περίεργο είναι ότι ποτέ ξανά δεν μου επιτέθηκε, μόνο δήλωνε την παρουσία του σαν μια αιωρούμενη απειλή που ήταν συνάμα και προστασία αφού αρκετές φορές μ' έσωσε με το βαθύ του ένστικτο, την πονηριά και την δύναμη που είχε να σκοτώνει, από άλλα ζώα που με παραμόνευαν για να τραφούν. Ποτέ δεν με πλησίαζε. Πάντα από μακριά, ένοιωθα τις ανατριχίλες και τα βουητά από τις δονήσεις του, τον έβλεπα να στέκεται σε κάποιο ύψωμα της γης με ατέλειωτη υπομονή και πειθαρχία και να ελέγχει με το βλέμμα του το χωράφια που έβοσκα ή περιεργαζόμουν. Η αιμοβόρα φύση του είχε γίνει ένας άγγελος προστασίας για μένα.
Αυτό συνεχίστηκε για πολύ καιρό και σκεφτόμουν ότι δεν θα μου κάνει ποτέ κακό γιατί αν ήθελε θα τόκανε μέχρι τώρα, αλλά συνάμα η ύπαρξή του ήταν και μια υποψία για το αντίθετο. Και μ αυτή την απειλητική προστασία συνέχισα την ζωή μου μη μπορώντας να κάνω αλλιώς.
Κάποια μέρα, στην καρδιά του καλοκαιριού, μεσημέρι στους αγρούς που ή γη αντανακλούσε την θέρμη του ήλιου στον αέρα πηχτός σαν ζεστή σούπα, εγώ στην σκιά ενός μεγάλου δέντρου γευόμουν το καλοκαίρι σαν την γλυκιά καρδιά ενός ώριμου και σφιχτού καρπουζιού. Τα τζιτζίκια μ' απογείωναν κι έφτανα να αιωρούμαι με τους ήχους πάνω στα δέντρα, όλοι οι παλμοί της φύσης αντηχούσαν μέσα μου, θροίσματα των φύλλων, τιτιβίσματα κοφτά και συνεχόμενα, έντομα με μεγάλα διάφανα φτερά που πετούσαν στο φως, οι γλυκοπυρωμένες ρίζες του δέντρου που με φιλοξενούσε στην σκιά του, αισθανόμουν ότι το φως είχε εισβάλλει από παντού, θάμπωνε κι αποκάλυπτε, ένοιωσα μια έκρηξη φωτός μέσα μου, ξεθάρρεψα τελείως, μια αστραπιαία ταχύτητα με ώθησε και βρέθηκα σαν βολίδα κοντά του στο ύψωμα που στεκόταν.
Πρέπει να τόθελα από καιρό.
Δεν ξαφνιάστηκε που με είδε. Ήξερε να υπολογίζει τις ενδεχόμενες κινήσεις των άλλων και να προετοιμάζεται για τα γεγονότα.
Πρώτη φορά τον έβλεπα από κοντά.
Τα μάτια του ήταν μαύρα σαν σκληρό γυαλισμένο κάρβουνο. Το σώμα γεροδεμένο με μαύρο τρίχωμα εκτός από την μύτη του και τα πλαϊνά της που ξεκινούσε μια άσπρη λωρίδα κι έφτανε ως την κορυφή του κεφαλιού του. Λες κι ήταν ένα πλάσμα που το γέννησε η σκοτεινή νύχτα αλλά την τελευταία στιγμή πρόλαβε η μέρα κι άφησε το φωτεινό αποτύπωμά της στο πρόσωπο και το κεφάλι. Μπορώ να πω ότι ήταν ωραίος εξωτερικά.
Κοιταχτήκαμε καλά-καλά αναγνωριστικά.
Κάποιοι επιθετικοί μύες τρεμόπαιζαν στο σώμα του κι έμοιαζαν να υποδαυλίζουν μια εφόρμηση, όμως αυτός πειθαρχούσε το σώμα του κρατώντας τα πόδια του καρφωμένα στη γη.

<Πως σε λένε;> μίλησα πρώτη.

<Λύκο>, απάντησε κοφτά και βαριά.

Πρώτη φορά άκουγα την φωνή του.

<Εμένα προβατοκουνέλι>, αυτοσυστήθηκα χαρούμενα.

<Το ξέρω, τι μου το λες;>

<Για να γνωριστούμε.>

<Τώρα να γνωριστούμε; Είσαι ηλίθια. Σε γνωρίζω καλά.>

Έκανε αμέσως εντύπωση στις αισθήσεις μου το λάμδα στην προφορά του. Το πρόφερε παχύ και συρτό. Αν γράφαμε την προφορά του στις λέξεις θα έπρεπε να βάλουμε τρία ή τέσσερα λάμδα τονισμένα με σκούρο χρώμα. Ήταν ένα αλήτικο, λίγο βρώμικο και περιπλανώμενο λάμδα που κάτω από την μαγκιά και την ειρωνεία που μετέφερε ίσως ζητούσε απελπισμένα μια στοργική στέγη να ξεκουραστεί.

<Γιατί με παρακολουθείς;> Θύμωσα ξαφνικά που με είπε ηλίθια.

<Σε παρακολουθώ; Ποιός το είπε;>

<Αφού σε βλέπω.>

<Μπά; Μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου έχεις!>

<Σε βλέπω>, είπα επιμένοντας.

< Εγώ σε είδα να μπαίνεις στην φωλιά μου,> είπε επιθετικά τονίζοντας τις λέξεις του.

<Τι γύρευες εκεί;> συνέχισε και με κοίταξε άγρια μέσα στα μάτια για να με εκφοβίσει.

<Ήθελα να δω την θάλασσα, τους δράκους και τον θησαυρό.> είπα απολογητικά.

<Τι; Είσαι πιο ηλίθια απ΄ ότι περίμενα.>

Πάλι με πρόσβαλε αλλά το λάμδα του ασκούσε μια περίεργη γοητεία επάνω μου, ήθελα να το ακούω συνέχεια.

<Μα γιατί;> Ήδη ένοιωθα ανόητη και αμήχανη.

<Τι φαντάστηκες; Ότι πας σινεμά;> είπε σαρκαστικά.

<Όχι....Άκουγα κάτι ήχους...Τι ήταν;.>

<Βογκούσαν τα ζώα που έτρωγα. Άκουγες τα κόκκαλα που έσπαγαν στα δόντια μου..>

Ανατρίχιασα.

<Ααα!...Κι εγώ νόμιζα.....>

<Κανείς δεν έχει βγει ζωντανός από την φωλιά μου,> είπε δείχνοντας απειλητικά τα δόντια του. <Μόνο εσύ.>

<Φίλους δεν έχεις;> ρώτησα χαμηλώνοντας μέσα στην σιωπηλή φρίκη μου.

<Φίλους;> Γέλασε σαρκαστικά και μοχθηρά. Έβλεπε την φρίκη μου και το φχαριστιόταν. <Προσπαθώ,....όταν πεινάω πολύ και δεν έχει τίποτα να φάω,>

είπε μακρόσυρτα και υποχθόνια.

<Τρως και τους φίλους σου;>

<Οτιδήποτε για να χορτάσω>.

<Θα μπορούσες να φας κι εμένα;>

Με κοίταξε ξελιγωμένα στενεύοντας τα μάτια του.

<Δεν μ' αφήνει αυτή η σκέψη>.

Καθώς με κοίταζε έντονα ένα αυλάκι σάλιου είχε ξεκινήσει από την άκρη του στόματός του.

<Να πηγαίνω σιγά-σιγά>, ξεστόμισα όσο πιο αδιάφορα μπορούσα προσπαθώντας να μη καταλάβει το φόβο μου.

<Να μας γράφεις,> είπε βαριά και συρτά

Έφυγα σαν βολίδα όπως ήρθα. Αυτός παρέμεινε πίσω μου στο ίδιο μέρος τόσο ακίνητος όσο τον συνάντησα.

Πήγα πάλι κάτω από το δέντρο μου για να ηρεμήσω στην δροσιά του. Αυτό το δέντρο ήταν το καταφύγιό μου όλο το χρόνο. Οι δυνατές ρίζες του τρυπούσαν και αγκάλιαζαν βαθειά και σφιχτά την γη που του πρόσφερε γενναιόδωρα το σώμα της. Άντεχε στην ζέστη, στο κρύο, στην ξηρασία, στους ανέμους και προστάτευε σαν πράσινος γήινος άγγελος τις ώρες μου κοντά του.
Αυτή ήταν η πρώτη μας συνάντηση και συνομιλία κι ακολούθησαν κι άλλες. Οι κουβέντες που ανταλλάσαμε ήταν μια σειρά από παρεξηγήσεις και παρερμηνεύσεις της έννοιας των λέξεων. Κι αυτό γιατί είχαμε διαφορετικό κώδικα σύλληψης των εννοιών.
Τα πάντα μέσα στο δικό του μυαλό του ήταν τυποποιημένα από τον μηχανισμό ενός καχύποπτου νου, κλεισμένα με τάξη σε κονσέρβα. Ένα κι ένα ίσον δύο, το μεγάλο ζώο τρώει το μικρό, αυτός που νικά ξεσχίζει τον άλλον, σε κάθε γεγονός που μας παρουσιάζεται υπάρχει ιδιοτέλεια και δόλος. Δεν εμπιστευόμαστε παρά μόνο τον εαυτό μας και την προσωπική μας δύναμη. Δεν είχε καμμιά φαντασία, δεν μπορούσε να καταλάβει πως ένοιωθα τον κόσμο, κάθε λέξη μου και οι σουρεαλιστικές αισθήσεις μου ήταν μια αφορμή για υποψία, ειρωνεία και αντιπαράθεση. Μια μέρα του Φθινοπώρου του`χα πει ότι είδα τις πνοές τις γης που ανάβλυζαν κι έπαιρναν χρώμα, χαλκοκόκκινο που χρύσιζε κι αγκάλιαζε τα δέντρα σαν μελαγχολική μαγεία. Κάγχασε ειρωνικά και είπε ότι κάποτε πρέπει να με δει γιατρός γι αυτά που φαντάζομαι. Τσακωνόμασταν συνεχώς, ο εκνευρισμός και η ένταση ήταν διάχυτα στην ατμόσφαιρα, κάθε συνάντησή μας έκρυβε ένα κίνδυνο. Δεν συνευρεθήκαμε ποτέ ερωτικά. Βέβαια, μέσα από βλέμματα και υπονοούμενα στις λέξεις και τις κινήσεις άστραφταν ερωτικές σπίθες που έσβηναν όμως μέσα σε αντιλογίες. Οι αισθήσεις άναβαν και πάγωναν αμέσως .Τώρα νομίζω ότι ο κύριος λόγος της μη συνεύρεσης μας ήταν η σιδηρά πειθαρχία του Λύκου που είχε κρίνει εν κρυπτώ ότι το σεξουαλικό του ένστικτο ήταν επικίνδυνο για μένα κι αποφάσισε τελεσίδικα να μη με αγγίξει.
Ήμασταν οι αντίθετοι πόλοι μιας μπαταρίας που δεν μπορούσαν να συνεργαστούν και συνέχεια βραχυκύκλωναν. Ευκολόθικτοι κι εγωιστές κι δυό αλλά από διαφορετική γωνία. Εγώ καλομαθημένη και κακομαθημένη από χαϊδέματα γλυκόλογα κι ανοιχτές αγκαλιές αισθανόμουν να τσαλακώνεται η εικόνα που είχα για τον φιλάρεσκο εαυτό μου και να μειώνεται η αυτοπεποίθησή μου από τις προσβολές και την επιθετικότητά του. Νευρίαζα τότε και πρόβαλλα τα δαιμόνια μου που απαιτούσαν θυμωμένα να ικανοποιηθεί το χαϊδεμένο εγώ μου. Τα δαιμόνια μου όμως αποδεικνύονταν συνεχώς φαιδρά, κι εντελώς αδύναμα κι έτρεχαν να κρυφτούν όταν αντίκριζαν τα δικά του που ήταν ανήλεα και αιμοβόρα.
Σιγά-σιγά άρχισα να καταλαβαίνω ότι οι σκοτεινές δυνάμεις που εμπεριείχα ήταν μικρές κι αφελείς σε σύγκριση με τις δικές του. Έμαθα επίσης ότι ένα λύκο δεν μπορείς να τον απειλήσεις γιατί είναι ο ίδιος η μεγαλύτερη απειλή του κόσμου, ούτε να τον καλοπιάσεις γιατί δεν αντιδρά σε καλές διαθέσεις, ακόμα δεν μπορείς να επηρεάσεις τις αποφάσεις του γιατί πηγάζουν από μια πηγή κλειστή από εξωτερικές επιρροές που είναι σκοτεινή και σταθερή μέσα στο είναι του.
Αυτός συνέχιζε να με παρακολουθεί σε μόνιμη βάση. Ήταν φοβερά εκνευριστικό να με παρακολουθεί συνεχώς, αλλά συνάμα μου `χε γίνει και συνήθεια, επίσης θαύμαζα την επιμονή, την υπομονή και την αντοχή του. Το θεωρούσα τελείως βαρετό να το κάνει κάποιος, ενώ αυτός δεν βαριόταν ποτέ, ήταν εκεί πάντα, βρέξει-χιονίσει, με ζέστη, με αέρα, με κρύο, η μοναχική φιγούρα του διέγραφε τον ορίζοντα πάνω στο ύψωμα. Ήταν εκεί ακόμα και μετά τους καυγάδες μας που εγώ έφευγα τρέχοντας με την μεγαλύτερη ταχύτητά μου θυμωμένη και φοβισμένη ταυτόχρονα κι αποφασισμένη να μην τον ξαναδώ. Για μεγάλα διαστήματα δεν πήγαινα κοντά του, αλλά δεν είχε σημασία τι έκανα εγώ. Αυτός ήταν πάντα σ' επιφυλακή κι επαγρύπνηση να μην με πειράξει κανείς. Μου `χε απομείνει η αίσθηση ότι η παρουσία του σαν σκοτεινός ήλιος με φώτιζε.
Μ' αυτή την αίσθηση πήγα κοντά του μια μέρα έπειτα από ένα μεγάλο διάστημα που είχα να τον πλησιάσω. Με διακατείχε πλήρως ο αγαθός ρομαντισμός της ύπαρξής μου ότι ένας λύκος μπορεί να φυλάει και να προστατεύει ένα πρόβατο, ότι οι σκληροί νόμοι της φύσης είχαν ανατραπεί από μια μεγαλύτερη δύναμη που χαλιναγωγούσε και τα πιο άγρια ένστικτα.
Έμελλε όμως να με διαψεύσει η πραγματικότητα.
Ήταν χειμώνας, επικρατούσε ένα σκληρό κρύο, χιόνιζε συνεχώς τις προηγούμενες μέρες μαζί με δυνατό αέρα. Το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα κι ο αέρας το έκανε μεγάλες στοίβες που πάγωσαν, γλιστρούσε παντού. Η φύση με συνεπήρε πάλι, αγαπούσα όλες τις εποχές, χαιρόμουν την παγωμένη φύση και διασκέδαζα γλιστρώντας πάνω στο χιόνι, το λάτρευα εξ άλλου, ήταν φίλος αγαπημένος το άσπρο χρώμα, είχα μείνει με τις ώρες να το κοιτάζω όταν έπεφτε, θαύμαζα την αγνότητα τ' ουρανού που σκέπασε με κρινένια δάκτυλα τον κόσμο.
Ο Λύκος ήταν στα χειρότερά του. Όπως δεν τον είχα δει ποτέ. Ήταν μια δύσκολη εποχή γι' αυτόν, δεν έβρισκε εύκολα τροφή κι έμενε πολλές μέρες νηστικός. Είχε αδυνατίσει κι η όψη του αγρίεψε. Η πείνα κυριαρχούσε το βλέμμα του.

<Φύγε>, είπε με μια βάναυση χοντρή φωνή μόλις με είδε.

<Τι έπαθες καλέ; Φύγε μόλις με είδες;> είπα γεμάτη καλή διάθεση.

<Γιατί είσαι πάντα ηλίθια;> γρύλλισε ο Λύκος δείχνοντας τα δόντια του.

Νευρίασα. Τι είπα τώρα και με απόπαιρνε πάλι; <Άρρωστος είσαι;> είπα προσπαθώντας. Το λευκό του χρώμα στο κεφάλι ήταν θολό.

<Ότι θέλω είμαι. Λογαριασμό θα σου δώσω; Φύγε>

Πείσμωσα. <Δεν θα σου κάνω την χάρη. Όλο το δικό σου θέλεις να γίνεται.>

<Έτσι νομίζεις....>είπε αινιγματικά και μοχθηρά. Σάλιο έβρεξε το στόμα του.

<Θα σου κάνω παρέα, θα μιλήσουμε, θα παίξουμε στο χιόνι, θα γίνεις καλά...>επέμενα ξεροκέφαλα.

<Η βλακεία σου μ' αρρωσταίνει,> σφύριξε αγανακτισμένα μέσα από τα δόντια του.

<Μια χαρά είμαι εγώ. Εσύ είσαι προβληματικός. Κάποτε θα το καταλάβεις ,>είπα επιστρατεύοντας την υπέρτατη σοφία μου και την πείρα.

Έσφιξε τα δόντια του σα να `θελε να τα σπάσει.

<Φύγε σου λέω, αρχίζω να χάνω τον έλεγχό μου...>

Κόλλησα τα πόδια μου στο έδαφος.

<Δεν φεύγω.> Είχα μουλαρώσει. <Συνέχεια με προσβάλλεις>

<Φύγε,> βόγκηξε σα να τον διαπερνούσε ένας φοβερός πόνος.

<Όχι.>
Το βλέμμα του θόλωσε και σκοτείνιασε, τα μάτια του στένεψαν σα να υπέφερε πολύ βαθειά, το σώμα του κινήθηκε ευθυγραμμισμένο στην ακτίνα μου. Υπολογισμένα βήματα γρήγορα και σταθερά σα να είχε μετρήσει από πριν την απόσταση μεταξύ μας και γνώριζε που πατάει. Ήταν ένα βέλος που εκτοξευόταν από έμπειρο τοξότη και κατευθυνόταν μ' ακρίβεια στο στόχο του. Αυτά συνέλαβαν οι αισθήσεις μου μαζί με τους τονισμούς των λάμδα που είχε προφέρει σαν αργά υπόκωφα ρυάκια και με κρατούσαν εντυπωσιασμένη και γοητευμένη ακόμα κι όταν έπεσε επάνω μου. Δεν πρόλαβα να καταλάβω τι συνέβαινε γι αυτό και δεν φοβήθηκα αμέσως. Βρέθηκα ακινητοποιημένη κάτω από το μαύρο όγκο του πεσμένη στο πλάι με τα δόντια του να χαράζουν την κεντρική αρτηρία του λαιμού μου με την ακρίβεια ενός έμπειρου χειρούργου. Το νυστέρι των δοντιών του είχε σταθεί στην επιφάνεια του δέρματος ωστόσο δεν προχώρησε βαθύτερα. Με κράτησε εκεί αρκετή ώρα μέχρι που συνειδητοποίησα ότι ήμουν αντιμέτωπη με τον θάνατο. Έτρεμαν οι μύες του επάνω μου από μια εσωτερική μάχη που γινόταν μέσα του. Είχα αρχίσει να τρέμω κι εγώ από φόβο και περίμενα το τέλος. Κάτι άλλαξε έξαφνα όμως κι ένοιωσα τον Λύκο ν' αφουγκράζεται και την προσοχή του να έχει αποσπαστεί από κάτι. Με την άκρη του ματιού μου είδα ένα σκούρο όγκο να μας πλησιάζει τρέχοντας. Ένοιωσα το ισχυρό του ένστικτο να μετακινείται και το σώμα μου να ελευθερώνεται. Ο Λύκος όρμησε με λύσσα προς τον κινούμενο όγκο που μας πλησίαζε. Ήταν ένας άλλος λύκος που μυρίστηκε θήραμα.
Σηκώθηκα, πάτησα στα τρεμάμενα πόδια μου, έτρεξα παραπατώντας, γλίστρησα πάνω στο παγωμένο χιόνι, έγινα μια μπάλα που κατρακυλούσε στην χιονισμένη πλαγιά χτυπώντας δεξιά κι αριστερά στα δέντρα, ώσπου βρέθηκα με σπασμένα πλευρά στο δέντρο μου, στο καταφύγιό μου, στον φύλακά μου, εφ' ου εκίνησα.
Έκτοτε δεν ξαναείδα τον Λύκο ούτε από μακρυά. Η μοναχική φιγούρα του δεν διαγράφηκε ποτέ ξανά πάνω στο ύψωμα. Συνέχισα την ζωή μου χωρίς την απειλή και χωρίς την προστασία του. Δεν έμαθα αν πέθανε ή αποφάσισε ν αποτραβηχτεί από την ζωή μου. Δεν γνωρίζω αν ο ξένος λύκος μ' έσωσε από τα δόντια του ή αυτός μ' έσωσε από τον ξένο λύκο. Ίσως και τα δύο. Ίσως όλο αυτό το διάστημα της γνωριμίας μας λειτούργησε στην ψυχή του αυτή η μικρή λευκή δύναμη που αποτυπωνόταν πάνω στο κεφάλι του.
Ήμουν μπερδεμένη ως προς τα αισθήματά μου, λύπη και ανακούφιση πήγαζαν ταυτόχρονα από την καρδιά μου, ναι μεν αισθανόμουν τυχερή που κάποια δύναμη της ύπαρξής μου με προστάτεψε, όμως, κατά ένα περίεργο και ακατανόητο τρόπο αισθανόμουν φτωχότερη.


Γεννήθηκα στο νομό Κιλκίς και μεγάλωσα στην Θεσσαλονίκη. Ασχολούμαι με το γράψιμο, την αγιογραφία και την Αστρολογία.
Έχω εκδώσει ένα βιβλίο με διηγήματα «Άστρα ωσάν φανός θυέλλης», από τις εκδόσεις «Δίον» - προσαρμοσμένα σε Αστρολογικά δεδομένα.
Έχω λάβει διακρίσεις και βραβεία σε πανελλήνιους ποιητικούς διαγωνισμούς.
Το 2011 έλαβα το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό νουβέλας από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών στην Αθήνα.



Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Β΄ Λογοτεχνικός διαγωνισμός διηγήματος (1)


Β΄ Λογοτεχνικός διαγωνισμός διηγήματος

Α΄ ΒΡΑΒΕΙΟ

Ο ΠΟΔΗΛΑΤΗΣ
                                                         Της Αναστασίας Τοπαλίδου
Έχει μόνο έναν πατέρα ο Απόστολος. Κι έναν αδερφό, αλλά δεν αντάμωσαν χρόνια τώρα. Αυτός ξέρει μόνο έναν πατέρα κι αφού κανείς άλλος δε γύρισε να κοιτάξει, να τον δει, ούτε κι αυτός γυρνά να δει άλλον εκτός από τον πατέρα του το μπάρμπα-Μήτσο. Καλός άνθρωπος ο μπάρμπα-Μήτσος, ασχολείται με το μπαξέ του. Ο Απόστολος με το ραφτάδικό του. Όποιο ρούχο χρειάζεται επιδιόρθωση, στα χέρια του βρίσκει την απαραίτητη φροντίδα. Μερακλήδες πελάτες τού πήγαιναν κάποτε ωραία υφάσματα από το εξωτερικό να τα μεταμορφώσει σε κοστούμια. Ευλογημένα τα χέρια του. Αν είχε γεννηθεί αλλού κι είχε κι η τύχη του τα μάτια ανοιχτά, θάτανε μεγάλη φίρμα.
«Εδώ στο σακάκι σού έκανα ένα μικρό σκίσιμο κύριέ μου να είσαι ντυμένος με την τελευταία λέξη της μόδας» ενθουσιάζονταν ο Απόστολος, χαίρονταν με τις δημιουργίες του, χαροποιούσε και τον πελάτη. Τώρα έσπασε η δουλειά κι οι ενθουσιασμοί λούφαξαν μες τη ραπτομηχανή. Φερμουάρ, στριφώματα, κοντέματα, ανοίγματα, στενέματα δουλεύει ο Απόστολος μα και πάλι ευχαριστημένος είναι.
Καιρό, σέρνεται η μπόχα πως είναι τοιούτος. Αυτοί που δε χώνεψαν πως ένας ολόκληρος άντρας με μουστάκι να διαθέτει τέτοιο ελάττωμα και στα σαράντα πέντε του δεν τόχει απαρνηθεί, καιροφυλακτούσαν κρυμμένοι έξω από το σπίτι του ν’ ανακαλύψουν τα Σόδομα και τα Γόμορρα αλλά τίποτα δεν ανακάλυπταν γιατί τίποτα δεν υπήρχε. Το φως στο εργαστήρι του Απόστολου έκαιγε ως αργά και μετά τις δώδεκα χώνονταν όλο το σπίτι στο σκοτάδι.
Ο Απόστολος δε γνώριζε αυτά που λέγονταν και συνέβαιναν πίσω από την πλάτη του…μόνο∙ γιατί για το άλλο μέρος του κορμιού του οι φήμες δεν ευσταθούσαν. Όταν του το ανέφερε ο φίλος του ο ταξιτζής γέλασε τόσο πολύ που παραλίγο να πνιγεί μ’ ένα κομμάτι μπιφτέκι που έτρωγε. Ευγενικός ναι κι ενθουσιώδης κι αζευγάρωτος κι ευαίσθητος, τοιούτος όχι. Σβήνει το φως να ξαπλώσει και δεν μπορεί να κοιμηθεί από τη σκέψη. Τρυπώνει εκεί μέσα μια Βουλγάρα, του χαμογελά, γυαλίζουν οι κρίκοι στα μικρά της αυτιά. Ιβάνκα, Ιβάνκα μονολογεί κι ανυπομονεί να της ράψει ένα φουστάνι.
Έχει λίγο καιρό που με το φίλο του τον ταξιτζή επισκέπτονται την αγορά κοντινής πόλης βουλγαρικής, φορτώνονται φτηνές μπύρες και αναψυκτικά κι αθλητικά φιρμάτα παπούτσια. Την τελευταία φορά ο Απόστολος φορτώθηκε και την έννοια της Ιβάνκα.
Η Ιβάνκα γνωρίζει πολύ λίγα ελληνικά και ο ταξιτζής κάνει το διερμηνέα. Καμμιά φορά θέλει να κάνει και τον εραστή αλλά σκιάζεται και μαζί κουτσογελά στο μυωπικό, τρυφερό βλέμμα του Απόστολου, δε θέλει να του χαλάσει την ιστορία, δεν κάνει να χαλάσει κι η φιλία τους. Την Ιβάνκα την ήξερε από παλιά. Πηγαινοέρχονταν μεγάλο διάστημα στην πόλη για τη μάνα της. Χήρα∙ γνώριζε πως ο ταξιτζής έχει οικογένεια αλλά δεν την ένοιαζε. Εκεί στην έδρα της ήταν ολόδικός της. Τον περίμενε τα Σαββατοκύριακα φορώντας τα εσώρουχα που της αγόραζε για το καλοστεκούμενο σώμα της. Αλλά πήρε είδηση η ταξιτζού, έπεσαν κι οι συγγενείς που την προστάτευαν, μην την αφήσει δίχως δεκάρα ο σαρδανάπαλος, και το αποτέλειωσαν το ζευγάρωμά τους. Με χίλια ζόρια ο ταξιτζής πηγαινοέφερνε τον Απόστολο κάθε βδομάδα. Τον έβαζε η γυναίκα του να ορκίζεται σε όλους τους αγίους για το άμεμπτο των ταξιδιών του ώσπου τη βαρέθηκε, «μη μου ζητήσεις άλλη φορά να ορκιστώ άτιμο γέννημα», της είπε, «κι ο ίδιος ο Θεός φωτιά θα ρίξει να σε κάψει».
**********************
Θα τη φέρω, μίλησε ορθά κοφτά ο Απόστολος στο μπάρμπα Μήτσο. Πήρε μια ώριμη ντομάτα και τη δάγκωσε προσεκτικά μην πεταχτεί ζουμί και τον λερώσει. Σκυμμένος ο μπάρμπα Μήτσος γέμιζε ένα μεγάλο καλάθι με κόκκινες πιπεριές. Αφού τη θέλεις, τούπε μοιραία. Τον πείραζε και δεν τον πείραζε που η μελλοντική του νύφη θα ήταν Βουλγάρα. Μα και πάλι, μια ζωή ο Απόστολος μονάχος την πέρασε, μπορεί από ατυχία, μπορεί κι από ξεροκεφαλιά και που νάβρει γυναίκα πούχαν φύγει όλες. Συνέχισε να γεμίζει τον κουβά κόκκινες πιπεριές.
Βραδιάζει. Ο Απόστολος κάθεται στη βεράντα σε μια πλαστική καρέκλα. Δε θέλει να ξαναμπεί στο εργαστήρι του. Είναι τόσο ήμερο το σούρουπο κι ένας αέρας ελαφρύς μπαίνει στ’ ακίνητα μάτια, περνά κάτω από τις μασχάλες και τις δροσίζει, χαλαρώνει τον κόμπο στο λαιμό του.
Ο μπάρμπα Μήτσος μπήκε στο κουζινάκι να πλυθεί. Έφαγε, χτενίστηκε στο στρογγυλό καθρέφτη δίπλα στο παράθυρο με τη θαλασσιά κουρτίνα, βούρτσισε τα παπούτσια του να γυαλίσουν κι έφυγε για το καφενείο να ξεσκάσει. Ο Απόστολος δε βγαίνει, σπάνια στην ταβέρνα με τον ταξιτζή. Τρώνε σουβλάκια, πίνουν μπύρες, σιγομιλούν για την Ιβάνκα, ανάβουν τα σωθικά του Απόστολου και πλαγιάζει πλανταγμένος στο κρεβάτι του από έρωτα.
Σκούπισε με τη μπλούζα τα γυαλιά του, τα ξαναφόρεσε κι έμεινε να χαζεύει στο δρόμο. Λιγοστά παιδιά στην άκρη του έπαιζαν, κλάμα μωρού γέμισε τον αέρα, βόμβος αεροπλάνου έφτασε στ’ αυτιά του από μακριά. Την άλλη εβδομάδα, τη Δευτέρα, θα τη φέρει την Ιβάνκα. Είναι όλα κανονισμένα. Την άλλη Δευτέρα.
***************************
Το ταξί σταμάτησε στη δεξιά άκρη του δρόμου. Ο Απόστολος κατέβηκε κι άνοιξε την πίσω πόρτα να βγει η Ιβάνκα. Λευκοντυμένη με πολύχρωμο πιαστράκι στα μαλλιά. Νέα. Στρώνει τη φούστα της, την τινάζει απαλά, κάτι λέει στον Απόστολο ο ταξιτζής, ο μπάρμπα Μήτσος παρακολουθεί από το παράθυρο, η Ιβάνκα περνά διστακτικά στον ώμο μια ψάθινη τσάντα και κοιτά προς το σπίτι, προλαβαίνει κρύβεται ο μπάρμπα Μήτσος, είναι ώρα να βγει για τα καλωσορίσματα.
Η Ιβάνκα έχει χαμόγελο μικρού παιδιού. Το χέρι της λεπτό σφίγγει το δικό του, αρθρώνει μια καλημέρα με τους φθόγγους να βαραίνουν κάτω από την προφορά της γλώσσας της. Την κοιτά στα μάτια. Καστανά γλυκά και αλλήθωρα όσο πατάει η γάτα. Της προτείνει να καθίσει στη σκιά στη χαμηλή βεράντα να ξεκουραστεί από το ταξίδι. Κατανοεί τα λόγια του και κάθεται χαμογελαστή κοιτώντας συνέχεια τον Απόστολο. Πρώτη φορά βλέπει έτσι ευδιάθετο το γιο του ο μπάρμπα Μήτσος. Τα μάτια του λαμπυρίζουν σαν εικοσάχρονου που έκανε τη μεγαλύτερη τόλμη της ζωής του. Χαλάλι σου σκέφτεται, κάτι μουρμούρισε, πως παράτησε τη δουλειά στο μπαξέ, και τους άδειασε τη γωνιά.
Ο Απόστολος μπήκε στο κουζινάκι να φτιάξει κάτι πρόχειρο να φάνε. Έμεινε μόνη η Ιβάνκα στη χαμηλή βεράντα. Ο μπαξές, εκατό, εκατόν πενήντα μέτρα παρακάτω, πρασίνιζε φαρδύς ανάμεσα σε καλοφτιαγμένους φράχτες. Μπροστά ο δρόμος, ο ταξιτζής είχε φύγει, πλάι της η μικρή κουζίνα και το ανοιχτό παράθυρο με τη θαλασσιά κουρτίνα, το τσιτσίρισμα από καυτό λάδι στο τηγάνι κι η μυρουδιά του τηγανισμένου αυγού, της φρέσκιας ντομάτας και του μαϊντανού και το σφύριγμα του Απόστολου. Έκλεισε τα μάτια, καλός είναι ο Απόστολος. Μήπως προτιμότεροι ήταν οι καυγάδες με τ’ αδέρφια της για τα χρήματα που ποτέ δεν έφταναν; Ο πατέρας στη Γερμανία πρωτομετανάστης και πρωτοκαψούρης με μια Γερμανίδα, τους παράτησε για τα καλά κι η μάνα κλάψα στην κλάψα πάντρεψε δυο γιους και λίγα χρόνια μετά το θάνατό του έδωσε την άδεια στον ταξιτζή να πηδάει το κατώφλι τους και την ίδια. Η Ιβάνκα δούλευε από δω κι από κει, περιστασιακά έκανε και την πόρνη και τότε ευχήθηκε να βρεθεί μακριά από την πόλη της και τη δουλειά αυτή που σιχαίνονταν. Έσφιγγε τα μάτια και φανταζόταν θάλασσα και ουρανό σε άχαρες στιγμές που ιδροκοπούσαν πάνω της οι άντρες και κάτι έλληνες που με τα ευρώ στη τσέπη, σα θεοί έκαναν τα κέφια τους. Σαν έτυχε να γνωρίσει τον Απόστολο αποφάσισε να τον ακολουθήσει χωρίς πολλή σκέψη. Κι ο Απόστολος μπορεί να μη γνώριζε όλη την αλήθεια αλλά τούτο δεν έκανε κακό σε κανέναν.
«Θα τον συνηθίσω», καθησύχασε, «είναι καλός. Παιδιά οι άντρες, λίγη γλύκα και καλοσύνη και πέφτουνε στα πόδια σου». Άνοιξε τα μάτια, τ’ αυγά με τη χωριάτικη, η ρετσίνα πιο πολύ, της λίγωσαν τη σκέψη.
*******************************
Η νύχτα ήταν φωτεινή κι είχε το φεγγάρι κολλημένο στο κούτελο κι η Ιβάνκα μετά από μερικά ποτήρια κρασί την ευφορία κολλημένη στο πρόσωπο που όμως τη διέλυε βλέμμα το βλέμμα ο ξανθός στο βάθος της ταβέρνας. Κοιτούσε την Ιβάνκα ώρα. Με νόημα. Για όνομα του Θεού, από δω από την πόλη είναι αυτός; ταράχτηκε η Ιβάνκα. Μούτρο πρόστυχο, αμάνικη μπλούζα να φαίνονται τα ηλιοκαμένα μπράτσα να μπορείς να φανταστείς και τα υπόλοιπα προσόντα. Ο Τζίμης. Ο ξανθός τσαμπουκάς του Red Night, του κέντρου που κάποτε η Ιβάνκα εργαζόταν. Μαζί της ανησύχησε και ο Απόστολος όταν σε μια στιγμή σπάνιας παρατηρητικότητας, αντιλήφθηκε τον περίεργο Τζίμη. Για δες, αυτός ο άγνωστος άντρας να μη σέβεται κανέναν και τη γυναίκα του ξεδιάντροπα να την κοιτά∙ αυτήν που παντρεύτηκε στο δημαρχείο, που πήρε επάνω της όλο το λερό νοικοκυριό τους κι αστραποβόλησε τις κατσαρόλες τους, τη γυναίκα που μόλις άνοιγε τα πόδια άνοιγαν και τα νυχτολούλουδα…….
«Εκεί που πίνεις ανέμελα το κρασί σου νάσου το κάθε παλιόμουτρο να παριστάνει το γόη και να σε κάνει να θες να του σπάσεις τα μούτρα».
Αλλά ο Απόστολος στάθηκε κύριος. Πήρε τη γυναίκα του και περπατήσανε ως το σπίτι να ευχαριστηθούν μια από τις μετρημένες νύχτες του καλοκαιριού προσποιούμενοι κι οι δυο πως κανείς δεν είδε , δεν κατάλαβε τίποτα. Ξέχασε αμέσως το αντιπαθητικό πρόσωπο της ταβέρνας, ήταν η Ιβάνκα πλάι του, θα γινόταν πανηγύρι στο κρεβάτι τους πάλι, ένας ανόητος δε θα χαλούσε ούτε μια στιγμή. Αντίθετα η Ιβάνκα, προμάντευε κακά ξεμπερδέματα. Τον γνώριζε τον Τζίμη. Πονηρός και θρασύς, δε θα καθόταν ήσυχος κι όλοι θάπιαναν τον Απόστολο στο στόμα τους κι ήξερε πως ένας τοσοδούλης τόπος πόσο σκληρός μπορεί να γίνει, να μη σ’ αφήσει ν’ ανασάνεις. Κι η ίδια δε θα μπορούσε να ζήσει πια εδώ. Κι είχε δίκιο γιατί αυτός ο άντρας δε βρέθηκε μπροστά της για καλό. Θα το άνοιγε το κουτί της Πανδώρας. Μπορεί να της έμενε η ελπίδα πως τίποτε δυσάρεστο δε θα συμβεί και πως η τύχη μπορεί να είναι με το μέρος της αλλά ξέχασε ότι η τύχη θέλει να τη δωροδοκείς καμμιά φορά. Έτσι επαναπαύτηκε στα χέρια του Θεού. Όμως o Θεός όπως κουράζεται από πολλά πολλά καμώματα, ξέχασε να στείλει μια φώτιση στο Τζίμη κι ο Τζίμης έπραξε εντελώς σαν άνθρωπος με το διάολο στο κεφάλι του. Σκόρπισε λόγια όπου περπάτησε κι άρχισε να κόβει βόλτες μ’ ένα σαράβαλο αυτοκίνητο εμπρός από το σπίτι που ζούσε η Ιβάνκα και ν’ ανοίγει τα νυσταγμένα μάτια των ανθρώπων και τη γόνιμη φαντασία τους που αυτή τη φορά δεν έπεφτε έξω.
Ένα βράδυ, την ώρα που η αναπνοή του Απόστολου θύμιζε νερό στο μπρίκι που πήρε να ζεσταίνεται, η Ιβάνκα βγήκε στη βεράντα να ζυγιάσει τα δεδομένα της. Ο Τζίμης μέρες δεν πέρασε από το σπίτι, αυτό ήταν και δεν ήταν παρήγορο. Η μέχρι τώρα έλλειψη κίνησης από μέρους του, ενός ανθρώπου που ενεργεί απερίσκεπτα, ίσως και να έδειχνε πως καμμιά όρεξη δεν είχε να ασχοληθεί μαζί της. Ήθελε νάναι αισιόδοξη, όλα θα πήγαιναν καλά. Δεν ένιωθε νύστα κι η ώρα δεν ήταν προχωρημένη, θα μπορούσε να κατέβει μέχρι τη Ζίφκα, πατριώτισσα που με τον άντρα της ήρθαν από τους πρώτους στην ελληνική πόλη προσφέροντας τις μισθωμένες υπηρεσίες τους. Το σπίτι που έμεναν δεν απείχε πολύ. Θα περνούσε από τον κεντρικό δρόμο που είχε κίνηση ως αργά. Δε δίστασε, ντύθηκε πρόχειρα και ξεκίνησε, περπάτησε αρκετά, έφτανε στο ύψος ενός μισογκρεμισμένου σπιτιού κρυμμένο σε ψηλά πεύκα (για μερικούς στοιχειωμένο αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία), όταν την πορεία της έκοψε ο γνωστός ήρωας της νυχτερινής ζωής και της σύσφιξης των σχέσεων των χωρών. Ο Τζίμης. Το ίδιο στενό χαμόγελο, το κοροϊδευτικό του ύφος, της θύμισαν ταπεινωμένες νύχτες και πόσο ταπεινώνονταν και τώρα που την τραβούσε μες τα δέντρα, πόσο την ταπείνωνε ξανά. Ένα μηχανάκι διέσχισε το δρόμο με μεγάλη ταχύτητα σπάζοντας την ήδη χαλασμένη διάθεση της νύχτας. Θέλησε να ξεφύγει κουνώντας δυνατά το χέρι της. Την έριξε κάτω. Έπαιζε με το φόβο και την περηφάνια της γιατί δε θα τολμούσε ένα βοήθεια να φωνάξει. Κτήνος κι αγκομαχούσε, βρωμοκοπούσε κολλημένος στο πρόσωπό της, οσμίστηκε μια γεύση αναγούλας στο σάλιο της, φαντάστηκε τη θάλασσα, τον ουρανό τον είχε, ένα, δύο, τρία αστέρια ανάμεσα από τις κορφές των πεύκων κι είναι παράπονο το αποψινό κι είναι πιασμένη η ψυχή της κι είναι δοσμένη η ζωή της και μετρά, ένα, δύο, τρία αστέρια, κοντεύει να ξεψυχήσει από τη φούρια του, ένα μεταλλικό αντικείμενο γυαλίζει στο χώμα, ψαχουλεύει με το χέρι της, το παίρνει, το σφίγγει στη χούφτα της, πετάει ένα μακρύ λεπτό σουγιά, αγκαλιάζει το λαιμό του άντρα, ανασηκώνει με δύναμη το κεφάλι της, χωρίς δεύτερη σκέψη καρφώνει το σουγιά στην πλάτη του, δυνατό βογγητό, ένα, δύο, τρία ματωμένα αστέρια κι έπεσε βαρύς ο ουρανός, την πλάκωσε.
........................................................................
Ο Τζίμης έζησε και βασίλεψε, η Ιβάνκα γύρισε στην πόλη της, ο μπάρμπα Μήτσος δε βγήκε μέρες πολλές στο μπαξέ του που ξεραίνονταν απότιστος κι ο Απόστολος κλείστηκε στο εργαστήρι του να κονταίνει, φαρδαίνει και στενεύει την περηφάνια του. Όταν οι τέσσερεις τοίχοι μικραίνουν και στριφογυρίζουν οι λογισμοί του βγάζει ένα ποδήλατο που δε θυμάται τα χρόνια του κι όταν το σούρουπο αρχίζει να βαθαίνει, να παραμερίζει και το τελευταίο φως και παύουν τα πουλιά του κάμπου να φτεροκοπούν στα λιγοστά σύδεντρα, το καβαλάει και παίρνει τους χωματόδρομους και κλαίει κι αποκοιμιέται στους ψευτόθαμνους και γύρω τριγύρω βγαίνουν οι λαγοί από τις τρύπες τους καταχαρούμενοι για τούτο τον άκακο τον ποδηλάτη.


Γεννήθηκα στο χωριό Δόξα του Έβρου. Μεγάλωσα στην Αθήνα και τελείωσα το Λύκειο στο Διδυμότειχο. Σπούδασα Δημοσιογραφία στη Θεσσαλονίκη. Εξάσκησα για κάποιο χρονικό διάστημα το επάγγελμα της δημοσιογραφίας. Σήμερα, ζω στον τόπο μου, μεγαλώνω  δύο παιδιά, κατά καιρούς αρθρογραφώ σε εφημερίδες  και μεταξύ νοικοκυριού, σχολικών μαθημάτων, αγροτικών εργασιών και πολλών άλλων, η συγγραφή είναι η αγάπη και η επιβίωσή μου. Μερικά πράγματα δεν έχουν εξήγηση, υπάρχουν. Για να μπορώ να φτιάξω έναν κόσμο που ο παραμικρός ήχος είναι μια μεγάλη περιπέτεια κι η πιο συνηθισμένη φράση παίρνει το νόημα μιας ζωής.

 

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Ημερίδα με θέμα «Τα βιβλία και οι παρέες»


Ημερίδα με θέμα «Τα βιβλία και οι παρέες»
στο Αναγνωστήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης

Ημερίδα με θέμα «Τα βιβλία και οι παρέες» θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 28/4 στο Αναγνωστήριο του ιστορικού κτιρίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης (Πανεπιστημίου 32).
Στην ημερίδα, η οποία θα ξεκινήσει στις 10 το πρωί και θα ολοκληρωθεί στις 2 το μεσημέρι, κορυφαίοι συγγραφείς θα μιλήσουν για τη σχέση της αφήγησης με τα Μαθηματικά, ενώ συντονιστές από τις λέσχες ανάγνωσης θα μοιραστούν με το κοινό τις πολύτιμες εμπειρίες τους.
Στο Αναγνωστήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης θα φιλοξενηθεί από τις 25 Απριλίου και μέχρι τις 30 Απριλίου υλικό από την επτάχρονη πορεία (Συνέδρια, Διαλέξεις, Εκδόσεις, Καλοκαιρινά Εργαστήρια, Μαθητικά Πανηγύρια) της ομάδας ΘΑΛΗΣ+ΦΙΛΟΙ καθώς και από τις δραστηριότητες των λεσχών ανάγνωσης.
Η ημερίδα διοργανώνεται από την ομάδα ΘΑΛΗΣ+ΦΙΛΟΙ και την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας.

Πρόγραμμα
10:00 Στρογγυλό τραπέζι με τους συγγραφείς: Απόστολο Δοξιάδη, Δημήτρη Καπετανάκη, Γιάννη Καρβέλη, Τεύκρο Μιχαηλίδη, Αργύρη Παυλιώτη. Την συζήτηση θα συντονίσει ο εκπαιδευτικός και μεταφραστής Στάμος Τσιτσώνης.

11:00 Στρογγυλό τραπέζι με τους εκπαιδευτικούς και συντονιστές σχολικών λεσχών ανάγνωσης: Ηλία Ανδριανό, Θανάση Βλάχο, Κατερίνα Καλφοπούλου, Άλκηστη Πατρινέλη, Μαρία Φαλίδα. Την συζήτηση θα συντονίσει η εκπαιδευτικός Σταυρούλα Παπανικολάου.

Διάλειμμα

12:30 Ομιλία του Καθηγητή στο Τμήμα Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Πατρών Τάσου Μπούντη, με θέμα: Η επιστήμη της πολυπλοκότητας και ο ρόλος της μαθηματικής μοντελοποίησης.

13:30 Συζήτηση με το κοινό

http://www.tanea.gr/latestnews/article/?aid=4714442
 
 

Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Επιστημονική Διημερίδα για τον ποιητή Λορέντζο Μαβίλη


Επιστημονική Διημερίδα
για τον ποιητή Λορέντζο Μαβίλη


Επιστημονική Διημερίδα για τα 100 χρόνια από τον ηρωϊκό θάνατο του ποιητή Λορέντζου Μαβίλη στον Δρίσκο της Ηπείρου, στις 28 Νοεμβρίου του 1912 (κατά τον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο, επικεφαλής λόχου γαριβαλδινών εθελοντών), διοργανώνει η Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, την 28η Απριλίου 2012, απόγευμα, ημέρα Σάββατο, και την 29η Απριλίου 2012, πρωί, ημέρα Κυριακή.
Η διημερίδα θα διεξαχθεί στο Μουσείο Σολωμού (Κέρκυρα), εκτός από ένα θέατρο αναλογίου, με θεατρικό λόγο βασιζόμενο στις επιστολές και στο έργο του Λορέντζου Μαβίλη, που θα διεξαχθεί την 28η Απριλίου 2012 και ώρα 20.15 στον Καθολικό Ιερό Ναό του Αγίου Φραγκίσκου, με την επιμέλεια του κ. Πέτρου Γάλλια, καλλιτεχνικού διευθυντή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κερκύρας.
Επίσης, την 29η Απριλίου 2012, με τη λήξη της διημερίδας, οι σύνεδροι και το κοινό θα συγκεντρωθούν τιμητικά έξω από το σπίτι όπου έζησε και έγραψε ο Λορέντζος Μαβίλης, στην Πόρτα Ρεμούνδα (οδός Λαυρεντίου Μαβίλη).
Η Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, στο πλαίσιο των 100 χρόνων από τον θάνατο του Λορέντζου Μαβίλη, προετοιμάζει και νέα σειρά σχετικών εκδηλώσεων, που θα ανακοινωθούν προσεχώς.

Το πλήρες πρόγραμμα της διημερίδας της 28ης και 29ης Απριλίου 2012, στην οποία η είσοδος είναι ελεύθερη, έχει ως εξής:

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
(ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΟΛΩΜΟΥ)
Πρόεδρος: Νίκος Παπαδημητρίου
Γραμματέας: Μαγδαληνή Μανωλοπούλου

18.00 Κώστας Καρδάμης: Ο Λορέντζος Μαβίλης και η μουσική: Ρητά σημαίνοντα και άρρητα σημαινόμενα
18.20 Ευριπίδης Γαραντούδης: Ο Μαβίλης και το επτανησιακό σονέτο: κληρονομία, συγκλίσεις και αποκλίσεις
18.40 Άντεια Φραντζή: Η γυναίκα στο έργο του Λορέντζου Μαβίλη: κυριολεξία και μεταφορά
19.00 Θεοδόσης Πυλαρινός: Ποιήματα για τον Λορέντζο Μαβίλη από τους ομοτέχνους του
19.20 Συζήτηση
19.40 Λήξη συνεδρίας
ΏΡΑ 20.15
Ιερός Ναός Αγίου Φραγκίσκου
Θέατρο αναλογίου
Με τη «Λήθη» και το «Μούχρωμα»
Θεατρικός λόγος βασιζόμενος στις επιστολές και στο έργο του Λορέντζου Μαβίλη, από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κερκύρας.
Επιμέλεια: Πέτρος Γάλλιας, καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κερκύρας

Κυριακή 29 Απριλίου 2012

ΠΡΩΙΝΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
(ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΟΛΩΜΟΥ)
Πρόεδρος: Αναστασία Σιώψη
Γραμματέας: Λεωνίδας Μερτύρης

09.30 Δήμητρα Γιωτοπούλου: Ο Μαβίλης και η αρχαιότητα
09.50 Ηλίας Γιαρένης: Ο Λορέντζος Μαβίλης και η βυζαντινή κληρονομιά
10.10 Παναγής Σκλαβούνος: Ο παιγνιδιάρης Μαβίλης και η επίδοσή του στο σκάκι
10.30 Συζήτηση
10.50 Διάλειμμα

ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
(ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΟΛΩΜΟΥ)
Πρόεδρος: Νάσος Μαρτίνος
Γραμματέας: Βέρα Κονιδάρη

11.10 Βασίλης Λέτσιος: «Ποιητής και Ήρωας»: Μια κριτική παρουσίαση αφιερωμάτων στον Λορέντζο Μαβίλη
11.30 Μαρία Ρώτα ‒ Περικλής Παγκράτης: Δυο άγνωστες επιστολές του Κωνσταντίνου Θεοτόκη στα Γράμματα της Αλεξανδρείας και επιβιώσεις των περί Μαβίλη απόψεών του
11.50 Θάνος Χρήστου: Η μορφή του Λ. Μαβίλη στην Τέχνη
12.10 Συζήτηση
12.30 Συμπεράσματα
13.00 Πόρτα Ρεμούντα: «Έξω από το σπίτι του Μαβίλη»
(μια επίσκεψη απόδοσης τιμής)

Ο Λορέντζος Μαβίλης (6 Σεπτεμβρίου 1860 - 28 Νοεμβρίου 1912) υπήρξε λυρικός ποιητής, συνεχιστής της σολωμικής παράδοσης, ένθερμος πατριώτης. Ο παππούς του εκ πατρός ήταν πρόξενος της Ισπανίας στην Κέρκυρα (ο ευπατρίδης Don Lorenzo Mabili de Bouligny, Ισπανία 1765-Κέρκυρα 1853). Ο ποιητής γεννήθηκε στην Ιθάκη, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Παύλος Μαβίλης (1814-1895), νομικός και δικαστής του Ιονίου Κράτους.. Μητέρα του ήταν η Ιωάννα Καποδίστρια-Σούφη. Σπούδασε στη Γερμανία φιλολογία και φιλοσοφία. Κατά την παραμονή του στη Γερμανία ασχολήθηκε με την σύνθεση λυρικών ποιημάτων (κυρίως σονέτων), και σκακιστικών προβλημάτων, που δημοσιεύτηκαν σε γερμανικά έντυπα. Το 1896 συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης, πολεμώντας στα κρητικά βουνά. Το 1897 κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο συγκέντρωσε εβδομήντα Κερκυραίους εθελοντές και πολέμησε στην Ήπειρο, όπου και τραυματίστηκε στο χέρι. Τα έξοδα της εκστρατείας των εθελοντών τα κάλυπτε ο ίδιος. Το 1909 γίνεται ο ενθουσιώδης κήρυκας του ξεσηκωμού και το 1910 εκλέγεται βουλευτής Κερκύρας. Το 1911, υπερασπιζόμενος τη δημοτική γλώσσα ως αντιπρόσωπος της Κέρκυρας στην Ελληνική Βουλή, είπε απευθυνόμενος στους καθαρευουσιάνους: «Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν». Στις 28 Νοεμβρίου του 1912, κατά τον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο, επικεφαλής λόχου γαριβαλδινών εθελοντών, σκοτώνεται στη Μάχη του Δρίσκου, κοντά στα Ιωάννινα.


Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Η Λογοτεχνία στο Διαδίκτυο


Η Λογοτεχνία στο Διαδίκτυο 
Ηλεκτρονικές σελίδες για τη νεοελληνική λογοτεχνία

Εισαγωγή
Στις σελίδες που ακολουθούν επιχειρείται για πρώτη φορά -σε ό,τι τουλάχιστον αφορά την ελληνική πραγματικότητα- να συγκεντρωθούν συστηματικά, να ταξινομηθούν και να παρουσιαστούν σχολιασμένοι οι διαδικτυακοί τόποι και οι ιστοσελίδες που αφορούν τη νεοελληνική λογοτεχνία. Πιο συγκεκριμένα, η διαδικτυακή «ύλη» που εντοπίστηκε αφορά τους εξής τομείς:
Προσωπικές ιστοσελίδες ελλήνων συγγραφέων και ιστοσελίδες τρίτων για έλληνες συγγραφείς.
Ηλεκτρονικά/διαδικτυακά ανθολόγια νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Ηλεκτρονικά/διαδικτυακά αρχεία και Πύλες (portals), ελληνικά και ξένα, για τη νεοελληνική λογοτεχνία.
Ηλεκτρονικά/διαδικτυακά ανθολόγια κριτικών και θεωρητικών κειμένων.
Ηλεκτρονικά/διαδικτυακά περιοδικά νεοελληνικής λογοτεχνίας και ιστοσελίδες έντυπων λογοτεχνικών περιοδικών.

Από την καταγραφή αυτή αποκλείστηκαν εκείνες οι ιστοσελίδες που είχαν διαφημιστικό ή εμπορικό χαρακτήρα (π.χ. ιστοσελίδες εκδοτικών οίκων), καθώς και ιστοσελίδες με σαφή παραλογοτεχνικό προσανατολισμό, σύμφωνα με τα κριτήρια και το αισθητήριο του υπογράφοντος επιμελητή.
Καθώς η παρουσία και η ευρεία χρήση του διαδικτύου αποτελεί μια σχετικώς νωπή πραγματικότητα για την Ελλάδα, ο εντοπισμός του υλικού βασίστηκε λιγότερο στις -ούτως ή άλλως ελάχιστες- συστηματοποιημένες τράπεζες ηλεκτρονικών δεδομένων και περισσότερο στην χειρωνακτική έρευνα στο (ενίοτε χαοτικό και «άτακτο», εκ φύσεως) διαδίκτυο. Γίνεται ασμένως δεκτή κάθε σχετική υπόδειξη (με e-mail, στην ηλεκτρονική διεύθυνση literature@greek-language.gr), έτσι ώστε κάποιες τυχόν διαφυγούσες ιστοσελίδες να προστεθούν σε μελλοντική αναβάθμιση της παρούσας προσπάθειας. Ακόμη, ευνόητο είναι πως ίσως κάποιες από τις υφιστάμενες ιστοσελίδες πάψουν να ισχύουν στο άμεσο μέλλον, οπότε η παρουσία τους στην παρούσα μελέτη αποκτά μουσειακή, και μόνον, αξία, ενδεικτικό του εφήμερου χαρακτήρα και των γρήγορων ρυθμών με τους οποίους μεταλλάσσεται οτιδήποτε αφορά τη διαδικτυακή πραγματικότητα.
Σημαίνον της ραγδαίας ανάπτυξης του διαδικτύου αποτελεί το γεγονός πως αρκετό χρόνο μετά από τον σχεδιασμό και την εκπόνηση αυτής της εργασίας, εμφανίστηκε στο ελληνικό διαδίκτυο μια μορφή διαδικτυακής επικοινωνίας με περιεχόμενο που πολλές φορές αφορά (και) τη νεοελληνική λογοτεχνία. Πρόκειται για τα διαδικτυακά ημερολόγια (blogs). Έχει ήδη αρχίσει από τον υπογράφοντα η καταγραφή και ο σχολιασμός τους ώστε στο άμεσο μέλλον να προστεθούν ως έκτη κατηγορία στην παρούσα εργασία.
Η παρούσα καταγραφή είναι ενημερωμένη ως το καλοκαίρι του 2010.

Σάκης Σερέφας
 
Περισσότερα εδώ:
http://www.greek-language.gr/greekLang/literature/guides/net/greek/index.html
 

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Ανακοίνωση Συλλόγου


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

Θέλουμε να ενημερώσουμε τους συγγραφείς του τόμου με τα διηγήματα του Β΄ λογοτεχνικού διαγωνισμού, που είναι λογικό να αδημονούν για την παραλαβή των βιβλίων τους, ότι έχουμε αρχίσει τις αποστολές των δεμάτων, αρχικά προς τους προορισμούς που συνδέονται με το ΚΤΕΛ Πέλλας.
Θα ακολουθήσουν οι αποστολές μέσω ΕΛΤΑ προς μακρινότερους προορισμούς την επομένη των εκλογών, ώστε να μη κινδυνεύσουμε με απώλειες δεμάτων, λόγω προεκλογικής συμφόρησης στα Ταχυδρομεία. Ειδικότερα όμως με τους κατοίκους της Αθήνας που μπορούν να μεταβούν στον Σταθμό Υπεραστικών του Κηφισού, έχουμε την δυνατότητα αυθημερόν αποστολής. Όσοι λοιπόν επιθυμούν αυτόν τον τρόπο αποστολής ας στείλουν σχόλιο στην ανάρτηση αυτήν και μέσω μαίηλ ή τηλεφώνου θα ρυθμίσουμε τις λεπτομέρειες. Οι υπόλοιποι συγγραφείς ελπίζουμε να δείξουν την σχετική κατανόηση και να κάνουν λίγες ακόμη ημέρες υπομονή. Είμαστε βέβαιοι ότι μόλις παραλάβουν τα βιβλία θα μας συγχωρέσουν.

"Βιβλιόφιλοι Έδεσσας"

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Περιοδικό "Άρδην" Δημόσια συζήτηση


Εκδήλωση-συζήτηση, την Πέμπτη 26 Απριλίου, στις 19:30, με θέμα

Οι τελευταίες εκλογές της μεταπολίτευσης:

προοπτικές συγκρότησης ενός αυτόνομου πόλου αντίστασης

εισήγηση: Γ. Καραμπελιάς

Στα γραφεία του Άρδην, Θεμιστοκλέους 37 - δείτε εδώ:


Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

23 Απριλίου: Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου

Σώτη Τριανταφύλλου


Ένα γράμμα για τη χαρά της ανάγνωσης
από τη Σώτη Τριανταφύλλου

Αθήνα

Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου σήμερα, 23 Απριλίου, και το ΕΚΕΒΙ αναγγέλλει μία πρωτότυπη δράση, που θα ολοκληρωθεί και θα παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της 9ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης, με στόχο την έμπνευση της αγάπης για το βιβλίο και την ανάγνωση.
Το ΕΚΕΒΙ απευθύνθηκε σε δώδεκα από τους διακεκριμένους συγγραφείς που θα λάβουν μέρος στη φετινή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (Άλκη Ζέη, Θανάσης Βαλτινός, Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Χάρης Βλαβιανός, Σώτη Τριανταφύλλου, Μάνος Κοντολέων, Βαγγέλης Ηλιόπουλος, κ.ά.) ζητώντας τους να προσφέρουν ο καθένας ως συμβολικό δώρο προς τα παιδιά μια επιστολή-μήνυμα για τη χαρά της ανάγνωσης και την αγάπη για τα βιβλία.
Οι επιστολές θα εκτυπωθούν σε ειδικό φυλλάδιο και θα προσφέρονται σε όλα τα παιδιά που θα επισκεφθούν το περίπτερο της «Φιλαναγνωσίας» από 24 έως 27 Μαΐου, στην Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια, θα αναρτηθούν στους ιστότοπους της Φιλαναγνωσίας και του Μικρού Αναγνώστη και θα σταλούν σε πολλά δημοτικά σχολεία σε όλη την Ελλάδα μέσα από το δίκτυο του προγράμματος «Καινοτόμες δράσεις ενίσχυσης της φιλαναγνωσίας των μαθητών».

Η πρώτη επιστολή ήρθε από τη συγγραφέα Σώτη Τριανταφύλλου:
«Αγαπητά παιδιά,
Σας γράφω αυτό το γράμμα για να σας πω δυο-τρία πραγματάκια που έμαθα και που με έκαναν εκστατικά ευτυχισμένη. Σήμερα είμαι πολύ μεγάλη σε ηλικία: να φανταστείτε ότι ήμουν δέκα χρονών τον περασμένο αιώνα! Λοιπόν ακούστε:
» Μερικοί άνθρωποι γίνονται ευτυχισμένοι κάνοντας εκδρομές και παίζοντας παιχνίδια, ενώ άλλοι χαίρονται με αγκαλίτσες και φιλάκια, με χορούς και με τραγούδια. Υπάρχουν αρκετοί που τους αρέσουν τα ωραία αντικείμενα. Όλα αυτά είναι σούπερ. Ωστόσο, αν πάρω παράδειγμα τον εαυτό μου, τίποτα δεν μου αρέσει περισσότερο από το να διαβάζω βιβλία. Όχι επειδή είμαι σπασίκλας και φύτουλας και όλ’ αυτά, αν και μπορείς να το πεις κι αυτό.
» Τα βιβλία είναι σαν ταξίδια και σαν παιχνίδια: διαβάζοντας πετάμε με μεγάλες φτερούγες σε τόπους μακρινούς, εξερευνάμε τις ζωές άλλων ανθρώπων, νιώθουμε αγαπούλες, συγκινήσεις· μέσα στις σελίδες βρίσκουμε εμπειρίες που μοιάζουν με τις δικές μας, ή, ακόμα καλύτερα, δεν μοιάζουν με τις δικές μας - είναι πιο καταπληκτικές! Θυμάμαι πως όταν διάβασα την ιστορία του Ροβινσώνα Κρούσου ένιωσα ανακούφιση: αν ναυαγούσα σε έρημο νησί, όχι μόνο θα επιζούσα αλλά θα περνούσα τέλεια.
»Τα βιβλία καθησύχασαν τους φόβους μου: κατάλαβα ότι η ζωή είναι μια περιπέτεια κι ότι ποτέ δεν θα βαδίσω μόνη – τα βιβλία θα με συνοδεύουν σαν ζωντανά πλάσματα, θα με παρηγορούν και θα χαϊδεύουν την ψυχή μου. Τώρα που σας γράφω, θυμάμαι ότι συχνά η ψυχή μου ήταν ταραγμένη: είχα ένα σωρό προβλήματα στο σχολείο και στο σπίτι· ένιωθα αγωνία και, μια νύχτα, νομίζω πως είδα φάντασμα.
»Όμως, θυμάμαι επίσης πως, όταν ήμουν παιδί σαν εσάς, η καλύτερη ώρα της μέρας ήταν όταν διάβαζα τα βιβλία που τότε ονομάζαμε 'εξωσχολικά'. Τα εξωσχολικά ήταν πιο αστεία και πιο συγκινητικά από τα σχολικά, πράγμα φυσικό εφόσον το βιβλίο της γραμματικής δεν είναι αστείο και συγκινητικό. Ωστόσο, αν είμαστε τυχεροί κι έχουμε συμπαθητικούς και γλυκούληδες δασκάλους, η γραμματική, η αριθμητική, η ιστορία, η φυσική είναι κι αυτές σχεδόν αριστούργημα.
» Επιστρέφω όμως στα μυθιστορήματα, στα διηγήματα, στους μύθους. Η χαρά της ανάγνωσης ήταν, κάπου κάπου, στενοχώρια. Τι παράξενο ε; Μερικές φορές, οι ιστορίες ήταν λυπητερές, στα παραμύθια οι ήρωες περνούσαν τα πάνδεινα: ένα κοριτσάκι που πουλούσε σπίρτα πάγωσε μέσα στο χιόνι, ένα αγοράκι χάθηκε στο άγριο δάσος... Παρότι έκλαιγα γοερά, ήμουν ευχαριστημένη: ένιωθα 'κάτι'. Θέλω να πω, δεν μπορούμε να χαμογελάμε διαρκώς: οι άνθρωποι γίνονται σοφότεροι νιώθοντας, κάπου κάπου, λύπη, οίκτο, αγανάκτηση. Κυρίως όμως, γίνονται εκστατικά ευτυχισμένοι: δοκιμάστε να ζήσετε τη ζωή του αναγνώστη και θα με θυμηθείτε.
ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

http://news.in.gr/culture/article/?aid=1231192514



Περιοδικά


Κυκλοφορεί το νέο τεύχος του περιοδικού
"Στρατιωτική Ισορροπία & Γεωπολιτική"

Πόσο απίθανο μοιάζει το ότι παρά τη βαθιά οικονομική κρίση, στις Ένοπλες Δυνάμεις προχώρησαν κρίσιμα προγράμματα και μάλιστα καταγράφηκαν και θετικά αποτελέσματα;

Και όμως πλέον είναι πραγματικότητα!

Ο Ελληνικός Στρατός, έχοντας δώσει ξεχωριστή έμφαση σε λύσεις οι οποίες αποτελούν πραγματικούς πολλαπλασιαστές ισχύος, ενώ δεν απαιτούν κάποια επιπρόσθετη χρηματοδότηση σε μια περίοδο «σφιξίματος του ζωναριού», κατάφερε να υλοποιήσει το πολύχρονο όραμα της δημιουργίας «ψηφιακών ταξιαρχιών». Πρόκειται για μια πραγματική σημαντική όσο και ελπιδοφόρα εξέλιξη, ότι η επαύξηση της ισχύος των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων δεν περνά αποκλειστικά μέσα από επενδύσεις δισεκατομμυρίων, αλλά από την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του, το οποίο αποδεικνύεται αντάξιο των περιστάσεων, καθώς επίσης και των νέων τεχνολογιών. Διαβάστε στο κεντρικό θέμα του περιοδικού ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ & ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ όλες τις λεπτομέρειες, που αποδεικνύουν ότι πάντα υπάρχουν περιθώρια σημαντικών βελτιώσεων, σε μια συγκυρία που η παραμικρή λεπτομέρεια μπορεί να κάνει τη διαφορά… Τα μόνα που απαιτούνται είναι όραμα, προγραμματισμός και εμμονή στον αντικειμενικό σκοπό.
Παράλληλα και παρά την οικονομική κρίση, παρατηρείται κινητικότητα στον τομέα που αφορά τα υλικά του φόρτου μάχης, τμήμα της συζήτησης που αφορά στον Έλληνα «στρατιώτη του μέλλοντος». Όλες οι σχετικές πρωτοβουλίες του ΓΕΣ παρουσιάζονται αναλυτικά, όπως επίσης και το γενικό περίγραμμα για την υιοθέτηση περαιτέρω αλλαγών, από τα πιο επίσημα χείλη: τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Ζιαζιά.
Επίσης επισκεπτόμαστε τη Διοίκηση Υποβρυχίων του Αρχηγείου Στόλου και συζητάμε με τον διοικητή και τους ανθρώπους της, για τον σκοτεινό και σιωπηλό κόσμο του βυθού, εκεί που άνθρωποι και αισθητήρες συνδέονται με έναν μεταφυσικό τρόπο, προκειμένου να επιτύχουν δύο ζωτικούς στόχους: να νικήσουν και να επιβιώσουν. Ο αγώνας των σιωπηλών θηρευτών αποκαλύπτεται!
Το ευέλικτο πυροβολικό στο σύγχρονο πεδίο μάχης είναι ένα ζήτημα αιχμής. Η ΣΙ&Γ παρουσιάζει ένα οπλικό σύστημα που παρουσιάζει εξ ορισμού μεγάλο ενδιαφέρον, το Hawkeye 105mm. Επίσης, παρουσιάζονται όλες οι λεπτομέρειες και οι επιχειρησιακές επιπτώσεις από την εισαγωγή σε υπηρεσία του νέου εκπαιδευτικού αεροσκάφους βασικού σταδίου KT-1 της τουρκικής Αεροπορίας.
Η ναυτική ισχύς της Τουρκίας και η δραματική πρόοδος που έχει σημειώσει η γειτονική χώρα στον εν λόγω τομέα μπαίνουν στο στόχαστρο της ΣΙ&Γ. Μπορεί η Τουρκία να επιδιώκει τη δραματική ανατροπή των συσχετισμών ισχύος στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, ωστόσο, ο γεωπολιτικός παράγοντας μπορεί να ανατρέψει κάθε σχεδιασμό. Επειδή όμως η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να ποντάρει σε οποιαδήποτε εξέλιξη πέραν της μαχητικής ισχύος του Πολεμικού Ναυτικού, ηΣΙ&Γ παρουσιάζει τα δεδομένα στον τομέα των υποβρυχίων, όλες τις λεπτομέρειες στην προσπάθεια του ελληνικού υποβρυχιακού στόλου να επικρατήσει του αντιπάλου. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται είναι αποκαλυπτικά και αφήνουν στον αναγνώστη την αίσθηση ότι δεν έχει χαθεί απολύτως τίποτε για την ελληνική πλευρά.
Σε ένα άλλο άρθρο της ΣΙ&Γ, μεταφέρονται οι εντυπώσεις από την επίσκεψη στην 181 Μοίρα Κατευθυνόμενων Βλημάτων η οποία εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και είναι εξοπλισμένη με το αντιαεροπορικό σύστημα MIM- 23B Improved Hawk. Παρά την ηλικία του μετά την αναβάθμιση που υπέστη το σύστημα είναι όχι απλώς αποτελεσματικό αλλά υλοποιεί τη δικτυοκεντρική αεράμυνα. Επίσης, καταγράφονται οι εξελίξεις των τελευταίων ετών στον κρίσιμο τομέα των μη επανδρωμένων αεροσκαφών μάχης.
Τέλος, η ΣΙ&Γ φιλοξενεί ανάλυση για την τουρκική οικονομία, όπου τα στοιχεία που παρατίθενται δεν επαληθεύουν τον δυναμισμό που επικαλείται η τουρκική κυβέρνηση, αφού αποτελούν βάσιμο λόγο για μεγάλο προβληματισμό. Η επόμενη μέρα στη Ρωσία μετά την εκλογή του Βλαντιμίρ Πούτιν στο αξίωμα του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αλλά και τα έργα και οι ημέρες της διαβόητης τουρκικής υπηρεσίας ΜΙΤ που έχει περάσει στον έλεγχο των ισλαμιστών, αποτελούν δύο ακόμη θέματα μεγάλου ενδιαφέροντος.
 
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2012/03/blog-post_8851.html?utm_source=feedburner&utm_medium=email&utm_campaign=Feed%3A+InfognomonPolitics+%28InfognomonPolitics%29
 
 
 

Κυριακή 22 Απριλίου 2012

Το ΚΚΕ μέσα από τα Τσεχικά αρχεία (1946-1948)


Το ΚΚΕ του Εμφυλίου μέσα
από τα Τσεχικά αρχεία (1946-1948)


Το νέο ενδιαφέρον βιβλίο των κ. Νίκου Μαραντζίδη και Κώστα Τσίβου, αποτελεί την τελευταία μελέτη της μετα-αναθεωρητικής ιστοριογραφικής τάσης για την κρίσιμη δεκαετία του ΄50. Η μελέτη διαρθρώνεται σε δύο μέρη.
Το πρώτο μέρος εξετάζει την θέση του ΚΚΕ στο μεταπολεμικό Διεθνές κομμουνιστικό σύστημα, εντάσσει τις ενέργειες Ζαχαριάδη στο πλαίσιο της Διεθνούς πολιτικής του Στάλιν και περιγράφει σε αδρές γραμμές πως αρχικά ενισχύθηκε ο ΔΣΕ από το σύστημα αυτό και πως εγκαταλήφθηκε όταν δεν είχε πλέον αξία για τον Διεθνή κομμουνισμό. Το ενδιαφέρον είναι ότι το νέο ερμηνευτικό σχήμα ερμηνεύει πολλές ακατανόητες και αψυχολόγητες ενέγειες του Ζαχαριάδη (π.χ. 5η ολομέλεια, απομάκρυνση Βαφειάδη, μεταστροφή στρατηγικής από ανταρτοπόλεμο σε τακτικές μάχες κτλ)
Το δεύτερο μέρος, κατά την γνώμη μας και το πιό ενδιαφέρον, καταγράφει την συνεργασία της κομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας με την ηγεσία του ΚΚΕ τόσο κατά την διάρκεια του εμφυλίου όσο και μετά με την μεταφορά Ελλήνων κομμουνιστών στην χώρα της Ανατολικής Ευρώπης. Στα αρχεία αυτά σε άκρως απόρρητα έγγραφα καταγράφεται με λεπτομέρειες η χρηματική και οικονομική βοήθεια που έλαβε ο ΔΣΕ από το Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας κατά την διάρκεια του Εμφυλίου. Επίσης υπάρχουν λεπτομερείς περιγραφές για την σχολή κατασκόπων που λειτούργησε στα εδάφη της Τσεχοσλοβακίας μετά το 1950 και στην οποία το ΚΚΕ εκπαίδευσε ομάδες κατασκόπων για δράση στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό πως προβλεπόταν η εκπαίδευση και γυναικείου τμήματος με συμμετοχή γυναικών ώριμης ηλικίας (ως 50 ετών) που θα είχαν σκοπό να ενισχύσουν τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ στην Ελλάδα.
Σε άλλο ενδιαφέρον έγγραφο από τα αρχεία εκφράζονται επιφυλάξεις τόσο για τα χρήματα που ξοδεύει το μέλος της ηγεσίας του ΚΚΕ Δημήτρης Παρτσαλίδης όσο και για το γεγονός ότι η σύζυγος του ελάμβανε τακτικά χρηματικά εμβάσματα από την Αμερική. Αξιοσημείωτα είναι και τα έγγραφα που αναφέρονται στην τακτική παρακολούθηση των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από τις Τσεχοσλοβακικές μυστικές υπηρεσίες, αλλά και τις πληροφορίες που ανταλλάσσονταν με την ηγεσία του ΚΚΕ επί του θέματος αυτού. Το βιβλίο είναι γραμμένο σε στρωτό ύφος, οι θέσεις των συγγραφέων αποδίδονται με ευκρίνεια και καθαρότητα και σίγουρα θα αποτελέσει ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ανάγνωσμα για όλους τους φιλίστορες που ασχολούνται με την συγκεκριμένη περίοδο της Ελληνικής Ιστορίας.


Ο Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.
Ο Κώστας Τσίβος είναι επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στη Πράγα.
Ι. Β. Δ.

Επίμετρον


Αξίζει να παραθέσουμε το πρόγραμμα εκπαίδευσης του γυναικείου τμήματος κατασκοπείας, όπως είχε συνταχθεί από τον Βασίλη Μπαρτζώτα, μέλος της εκτελεστικής επιτροπής του ΚΚΕ και βρέθηκε αυτούσιο στα αρχεία του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας.
1. Γνώσεις οικιακών. Καθεμιά από αυτές τις γυναίκες θα έπρεπε να μάθει τα πάντα που πρέπει να γνωρίζει μια νοικοκυρά π.χ. νοικοκυριό την κουζίνα, τα παιδιά κτλ ώστε να είναι ικανή μα μαγειρεύει καλά και να ασχολείται με ένα μπουρζουάδικο νοικοκυριό (sic), μεσαίο η πλούσιο. 4 ώρες την εβδομάδα, συνολικά 196 ώρες
2. Πολύγραφος. Πρέπει να γνωρίζει να χειρίζεται πολύγραφο κυλινδρικό και ευθυγραμμισμένο. 3 ώρες την εβδομάδα, συνολικά 72 ώρες
3.Γραφομηχανή. 5 ώρες την εβδομάδα, σύνολο 220 ώρες
4. Παραχαράξεις. Όλα όσα είναι απαραίτητα για την παραχάραξη υπογραφών, εγγράφων, εξαφάνιση και εμφάνιση υπογραφών. 4 ώρες την εβδομάδα, συνολικά 196 ώρες
5. Ραδιοτηλεγραφία

Πολιτική εκπαίδευση
-λειτουργία παράνομης οργάνωσης
-μηχανισμός
-Επαφές
-Επαγρύπνιση
4 ώρες την εβδομάδα, 196 συνολικά

Οδηγίες για άλλα θέματα
-να συνηθίσουν σε πορείες, ασκήσεις χειρισμού πιστολιού
-να μάθουν να μεταμφιέζονται
-να μάθουν συνωμοτικές μετακινήσεις. Μεταφορά παράνομου υλικού, αντιμετώπιση επιθέσεων αστυνομικών, απόδραση από τα χέρια αστυνομικών κτλ
-άσκηση σε παραβίαση κλειδαριών, θυρών, θυσαυροφυλακίων κλπ


Το βιβλίο "Ο Ελληνικός Εμφύλιος πόλεμος και το Διεθνές κομμουνιστικό σύστημα" μπορείτε να το αγοράσετε ΕΔΩ: http://www.alexandria-publ.gr/new/book.php?id=612

Σάββατο 21 Απριλίου 2012

Αρμενική Ποίηση και Λογοτεχνία


Αρμενική Ποίηση και Λογοτεχνία


Η Εταιρεία Συγγραφέων και ο Αρμενικός Πολιτιστικός Σύλλογος "Χαμασκαΐν" οργανώνουν ποιητική βραδιά αφιερωμένη στην ποίηση και την λογοτεχνία της Αρμενίας, με αναγνώσεις και απαγγελίες ποιημάτων από μέλη της Αρμενικής νεολαίας Θεσσαλονίκης.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 26 Απριλίου, ώρα 19.30, στη Στοά του Βιβλίου (Αρσάκειο Μέγαρο, Πεσμαζόγλου 5).
Η Αρμενική Ποίηση, ελάχιστα γνωστή στο ευρύτερο κοινό, είναι η ίδια η ιστορία του Αρμενικού λαού. Από τους στίχους του άγνωστου Αρμένιου βάρδου που μιλάει για τη γέννηση του θεού Βαχάκν, στίχους που διαβλέπουν την γέννηση του Αρμενικού Έθνους, ως τις μέρες μας, η Αρμενική ποίηση διανύει μια ιστορία χιλιάδων ετών. Τα ποιήματα που θα ακουστούν παρουσιάζουν πρώτα την Αρμενική ποίηση των δύο τελευταίων αιώνων. Επαναστατικοί στίχοι που, μελοποιημένοι, έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο στην εθνική αφύπνιση, μετά από 600 χρόνια δουλείας και στην προετοιμασία του επαναστατικού αγώνα, στις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι στίχοι του διαμετρήματος των φλογερών στίχων ενός Ρήγα Φεραίου. Ακολουθούν ποιητές που έζησαν τη φρίκη της Γενοκτονίας του 1915 και χάθηκαν μέσα στην λαίλαπά της. Είναι η αδικοχαμένη γενιά που μέσα από τραγικά μεγαλειώδεις στίχους, περιγράφει όσα έζησε, προσβλέποντας πάντα στις καλύτερες μέρες που σίγουρα θα έρθουν. Τέλος είναι η σύγχρονη Αρμενική ποίηση του 20ου αιώνα που αναπτύχθηκε στη Σοβιετική Αρμενία και τη Διασπορά. Είναι η ποίηση που αντιστέκεται στη λήθη, στην παραποίηση της Ιστορίας, στην ισοπέδωση των αξιών. Είναι η ποίηση που ακόμη μια φορά παρακινεί τους Αρμένιους ν' αντισταθούν και να αγωνιστούν για τις καλύτερες μέρες που σίγουρα και πάλι θα έρθουν.
Απαγγέλουν οι νέοι του Πολιτιστικού Συλλόγου "Χαμασκαΐν" της Θεσσαλονίκης : Αϊραπετιάν Ευγενία, Γκαναπετιάν Αράξια, Εραμιάν Ανζέλ, Καραογλανιάν Αναίτ, Καραογλανιάν Μελίν, Κιουρκτσιάν Μαρί, Μαρουκιάν Κρίκ, Μπεκτασιάν Νάντια, Ουνάνοβα Εύη, Σαρκισιάν Τιγκράν.
Συμμετέχουν και οι: Νανέ Καραπετιάν και Ναζίκ Αϊδινιάν.
Σκηνοθετική επιμέλεια: Μανώλης Φουντούνης
Μουσική επιμέλεια: Ρόζα Τερζιάν, Νταρόν Δερεγιάν

Λίγα λόγια για την παρουσία των Αρμενίων στη Θεσσαλονίκη
Η αρμενική παρουσία στη πόλη μας ανάγεται στους βυζαντινούς χρόνους, αλλά η οργάνωση της παροικίας σε κοινότητα άρχισε στα 1880. Από το 1903 η κοινότητα έχει τον δικό της Ορθόδοξο Αρμενικό Ναό της Παναγίας (στη γωνία των οδών Τσιμισκή και Διαλέττη). Η παροικία γνώρισε δυο περιόδους μεγάλης δημογραφικής ανάπτυξης: Την πρώτη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όταν από τις 80 χιλιάδες περίπου Αρμενίους που η Ελλάδα δέχτηκε φιλόξενα στο έδαφός της, 10-11 χιλιάδες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Θεσσαλονίκης• και τη δεύτερη, όταν, μετά τη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ και την έναρξη των εθνικών συγκρούσεων στην Υπερκαυκασία, κατέφυγαν στην κεντρική Μακεδονία πάνω από 11 χιλιάδες Αρμένιοι και Ελληνοαρμένιοι.
Οι Αρμένιοι της Θεσσαλονίκης (αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας), αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης μας, ενσωματώθηκαν οργανικά στον ελληνικό εθνικό και κοινωνικό περίγυρο. Έκτοτε συνδυάζουν αρμονικά και παραγωγικά την «αρμενικότητα» με την «ελληνικότητα», υπηρετώντας με τρόπο υποδειγματικό και την προγονική τους κληρονομιά και την ελληνική τους πατρίδα.
Το Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, σε συνεργασία με την Αρμενική Κοινότητα και τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Χαμασκαΐν», συμμετέχει στην επέτειο των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της πόλης μας με μια σειρά εκδηλώσεων που οργανώνει ο Δήμος Θεσσαλονίκης με τον γενικό τίτλο: «Αρμενικός Μήνας».
Στο πλαίσιο του μήνα αυτού θα προβληθούν οι ταινίες μικρού μήκους της σκηνοθέτιδας Σβετάνα Πασκάλεβα, «Πληγές του Καραμπάγ», «Αγαπημένοι μου ζωντανοί και νεκροί» και «Ο ήλιος ανατέλει στο Καραμπάγ». Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 12:00 στο Αρμενικό Πολιτιστικό Κέντρο (Τσιμισκή και Διαλέτη).



Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Βιβλία


Ηλιάδου-Τάχου, Σοφία
Ο ελληνισμός του Μοναστηρίου Πελαγονίας: Κοινοτικός βίος και εκπαίδευση, μέσα από τους φακέλους της Ιεράς Μητροπόλεως Πελαγονίας του αρχείου της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας, [Θεσσαλονίκη], Ηρόδοτος, 2003

Αξιοποιεί άγνωστες και ανεκμετάλλευτες πρωτογενείς πηγές, για να αποκαλύψει μια άλλη καθημερινή πραγματικότητα στο Μοναστήρι, κυρίως όσον αφορά την κοινοτική και εκπαιδευτική δραστηριότητα και ανάπτυξη του ελληνισμού της Πελαγονίας. Το αρχείο της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας περιλαμβάνει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με την εκπαιδευτική και την εν γένει κοινοτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Άνω Μακεδονίας. Σκιαγραφεί το εκπαιδευτικό καθεστώς και ευρύτερα της παιδευτικής ενασχόλησης της ελληνικής κοινότητας Μοναστηρίου με πολύ βαθύτερες και ουσιαστικές παραμέτρους. Διεισδύει σε βάθος για να αποτυπώσει και την κοινωνική διαστρωμάτωση και τη δομή της σπουδάζουσας νεολαίας.

Από τις τέσσερις ενότητες του έργου, η πρώτη αποπειράται να ανασυνθέσει τον κοινοτικό βίο του Μοναστηρίου, αξιοποιώντας το ανέκδοτο "Βιβλίο των Γενικών Συνελεύσεων των πολιτών Μοναστηρίου" (κοινοτικοί κανονισμοί 1901, 1905, 1910 και 1911, γενικές συνελεύσεις από το 1904 μέχρι το 1914, επαρχιακές συνελεύσεις της επαρχίας Πελαγονίας). Σε αυτό το μέρος παρατίθεται ανέκδοτο υλικό με τη μορφή υποσημειώσεων.

Η δεύτερη αξιοποιεί όλες τις πηγές που αφορούν τη λειτουργία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο Μοναστήρι την περίοδο 1876-1912: την ένταξη του γυμνασίου στη δομή της εκπαίδευσης του Μοναστηρίου, τα προγράμματα σπουδών και μαθημάτων διαφόρων σχολικών ετών, τα εγχειρίδια διδασκαλίας, το μαθητικό δυναμικό του γυμνασίου, τις ηλικίες φοίτησης, τη διαγωγή τους, τη γεωγραφική προέλευση των φοιτητών, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μαθητών, την αξιολόγηση των επιδόσεών τους. Είναι πολύ σημαντικό ότι επιχειρεί τη συσχέτιση μεταξύ αξιολογούμενης επίδοσης και κοινωνικής προέλευσης, παρατηρώντας πως υπάρχει σχέση, καθώς οι βαθμολογίες "άριστα" και "λίαν καλώς" ήταν ως επί το πλείστον για μαθητές που φαίνεται πως ανήκαν σε οικογένειες με οικονομική ευχέρεια και επιφάνεια, καθόσον μπορούσαν να πληρώσουν την εγγραφή τους ή κατέθεταν μεγάλα ποσά για τις ανάγκες του σχολείου, ενώ τα "μετρίως", τα "σχεδόν καλώς" ή τα "καλώς" δίνονταν σε άτομα των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Όμως η χορήγηση υποτροφιών σε μαθητές από τα κατώτερα αυτά στρώματα πολλές φορές εξομάλυνε τα πράγματα και μπορούσαν και τέτοιοι μαθητές να σημειώσουν άριστη επίδοση. Επίσης από τα μαθητολόγια έγινε δυνατή η συσχέτιση της γεωγραφικής προέλευσης των μαθητών (συνοικίες στις οποίες κατοικούσαν) με τα ποσά που κατέβαλλαν, αν και όσοι κατέβαλλαν, ως εγγραφή. Αποκαλύπτονται έτσι οι πλουσιότερες και οι φτωχότερες συνοικίες της πόλης και η κοινωνική σύνθεση των κατοίκων τους.

Η τρίτη ενότητα επιχειρεί να συσχετίσει τους παιδαγωγικούς προβληματισμούς στο Μοναστήρι με την παιδαγωγική κίνηση του ελληνικού βασιλείου. Γίνεται λόγος για τη δομή της παρεχόμενης εκπαίδευσης και τους στόχους και τις μεθόδους, για τη σχέση του γυμνασίου με το αστικό σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης, για την εσωτερική διάρθρωση του γυμνασίου, τη δομή του, την επιλογή των μορφωτικών κατευθύνσεων των προγραμμάτων, την τυπολογία των εκπαιδευτικών βαθμίδων, τα κίνητρα, την οριζόντια και την κάθετη διαστρωμάτωση των σχολικών βαθμίδων κτλ.

Η τέταρτη ενότητα παραθέτει αυτούσιο υλικό πηγών, που αναφέρονται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην πόλη του Μοναστηρίου, το οποίο μπορεί υπό αυτή τη μορφή να αξιοποιηθεί και από άλλους ερευνητές.

Στο τελευταίο κεφάλαιο, που τιτλοφορείται "Αντί επιλόγου", επιχειρείται η παρακολούθηση του βίου των Μοναστηριωτών στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και η τύχη τους στο πλαίσιο της εγκατάστασής τους στο ελληνικό κράτος. Εδώ συμπεριλαμβάνονται δύο κείμενα που αναφέρονται στην παρούσα δράση των συλλόγων Μοναστηριωτών Φλώρινας και Θεσσαλονίκης, γραμμένα από τους προέδρους τους.


Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Ποίηση

diasporic literature spot

Ο Λόφος
Κάποιος είχε πολλούς πεθαμένους.
Έσκαβε το χώμα, τούς έθαβε μόνος του.
Πέτρα τήν πέτρα, χώμα τό χώμα
έφτιαξε ένα λόφο.
Πάνου στό λόφο
έφτιαξε τήν προσηλιακή καλύβα του.

Ύστερα χάραξε δρομάκια
φύτεψε δέντρα
προσεχτικά, γεωμετρικά, συλλογισμένα.
Τό μάτι του χαμογελούσε.
Τό χέρι του δέν έτρεμε ποτέ.
Ο λόφος.

Εκεί ανεβαίνουν τ’ απογεύματα τής Κυριακής
οι μητέρες σπρώχνοντας τά καροτσάκια τών παιδιών τους
οι εργάτες τής συνοικίας μέ πλυμένο πουκάμισο
να λιαστούν καί ν’ανασάνουν λίγο αέρα.
Εκεί τά ζευγαράκια σεργιανάνε τό απόβραδο
μαθαίνουν νά διαβάζουν τ’ αστέρια.
Κάτου απ’ τά δέντρα ένα παιδί παίζει μιά φυσαρμόνικα.
Ο λεμοναδάς διαλαλεί τίς γκαζόζες του.

Πάνου στό λόφο, όλοι ξέρουν
πώς είναι πιό κοντά στόν ουρανό.

Όμως κανένας δέν ξέρει πώς έγινε ο λόφος,
κανένας δέν ξέρει πόσοι κοιμούνται στά σπλάχνα τού λόφου.

Γιάννης Ρίτσος

The Hill

Translation from the Greek text
by Manolis Aligizakis

Someone had a lot of dead people


He dug the ground he buried them himself
Stone by stone earth on earth
he built a hill
On top of the hill
he built his cabin facing the sun

After that he opened pathways
he planted trees
carefully geometrically thoughtfully
His eye was always smiling
His hand wasn’t trembling
The hill

There on Sunday afternoons mothers climb
pushing their baby carriages
the workers of the neighborhood in clean shirts
go there to sunbathe and breath some fresh air
There at twilight pairs in love saunter
and learn to read the stars
Under the trees a child plays harmonica
The pop vendor yells about his lemonade

On the hill they all know
that they are closer to the sky

But no one knows how the hill was built
no one knows how many sleep in the hills’ bowels

Yannis Ritsos-Poems
Translation by Manolis Aligizakis
Vancouver, Canada

http://diasporic.org/2012/04/aligizakis/the-hill/