Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Συγγραφείς πολυπράγμονες...


Τα δύο πρόσωπα του Χρήστου Χωμενίδη
Το «σοφό παιδί» της ελληνικής λογοτεχνίας από το 1993 φαίνεται ότι έχει μείνει 20 χρόνια στην ίδια τάξη. Παραμένει, ωστόσο, ένας μετρ της αυτοπροβολής



To σοφό παιδί
«Αισιόδοξος, ανθεκτικός, φιλήδονος, καπνιστής. Πάνω από όλα, όμως, συγγραφέας». Με αυτές τις λέξεις αυτοπροσδιορίζεται ο Χρήστος Χωμενίδης. Κάπως έτσι, αυτάρεσκα και χιουμοριστικά, περιγράφει τον εαυτό του. Ο ορισμός του φαίνεται αρχικά ακριβής. Όταν το 1993 εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με το «Σοφό παιδί», πολλοί έσπευσαν να μιλήσουν για τον νέο Καραγάτση, μια κουβέντα που ο ίδιος απολαμβάνει περισσότερο και από ένα τσιγάρο. Πράγματι, οξυδερκής παρατηρητής της εποχής του, με το γκροτέσκο χιούμορ να ξεχειλίζει από τις σελίδες των βιβλίων του, ο νεαρός Χωμενίδης έμοιαζε να έχει πολλά να πει. Όμως η γενιά του 1990 δεν μπόρεσε ποτέ να αγγίξει, ούτε στο ελάχιστο, τη γενιά του 1930. Ο Χρήστος Χωμενίδης θεωρείται από πολλούς ως εκπρόσωπος μιας σειράς πεζογράφων που φημίζονται περισσότερο για τον δημόσιο παρά για τον λογοτεχνικό λόγο τους. Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν και καλύτερα αν δεν επικεντρωνόταν τόσο πολύ στον αγαπημένο του ήρωα: τον εαυτό του.

Μεταφρασμένος και στο εξωτερικό, αυτός ο απόφοιτος του Κολλεγίου Αθηνών (με υποτροφία) και εγγονός του γνωστού ιδρυτή του ΕΑΜ, Χρήστου Χωμενίδη, γνωρίζει, αν μη τι άλλο, την τέχνη της γοητείας, διάγοντας, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, τον πολυτραγουδισμένο ρόλο του μποέμ καλλιτέχνη. Μακριά από τον τύπο του αποστειρωμένου συγγραφέα, υπήρξε ένας εραστής της ζωής. Οπως έχει δηλώσει και ο ίδιος με το γνωστό ύφος μεταξύ ματαιοδοξίας και χιούμορ, κάποτε βγήκε γυμνός στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας για να μαζέψει τα ρούχα που του είχε πετάξει η τότε αγαπημένη του από το παράθυρο. Οι γυναίκες υπήρξαν ο ένας πόλος της ζωής του. Ο άλλος ήταν η δίψα για δημοσιότητα.

Κάπως έτσι ήρθε η τηλεόραση, με εκείνον να αναδεικνύεται ιδανικός ως αιρετικός καλεσμένος εκπομπών λόγου και πολιτικής, παίζοντας τον ρόλο του εκπροσώπου της λεγόμενης «διανοούμενης τέχνης». Επειδή «There’s no business like show business», αρχικά η κατάσταση φάνταζε μάλλον ελεγχόμενη. Ο εθισμός, όμως, τελικά επήλθε. Σήμερα, οι προβοκατόρικες απόψεις του έχουν βρει πεδίον δόξης λαμπρόν και στον χώρο των social media.

«Εάν η κόρη μου μού φερθεί όπως η Μυρσίνη Λοΐζου στον μπαμπά της, θα την καταραστώ από τον τάφο να μην ξαναχύσει ποτέ», έγραψε, για παράδειγμα, στο Τwitter, αντιδρώντας σε αντικυβερνητικά tweet της Μυρσίνης Λοΐζου και στο γεγονός ότι η κόρη του Μάνου Λοΐζου απαγόρευσε να παίζεται σε συγκεντρώσεις του ΠαΣοΚ το «Καλημέρα ήλιε». Πίσω από το χυδαίο της έκφρασης, κρύβεται και πάλι η μεγαλομανία. Γιατί, άραγε, πιστεύει ότι το έργο θα είναι τόσο σημαντικό ώστε να υπάρχει ανάγκη διαχείρισής του από το παιδί του; 

Το συντηρητικό παιδί
«Διάβασα το “Ο κόσμος στα μέτρα του”. Καλό. “Σοφό παιδί” δεν είναι βέβαια, αλλά ούτε εγώ είμαι 18 πια, ούτε εσύ μόνο συγγραφέας. Δυστυχώς». Πρόκειται για tweet αναγνώστη του κυρίου Χωμενίδη, το οποίο δημοσιεύθηκε στον λογαριασμό του τον περασμένο Αύγουστο. Προφανώς, στο χάος των social media δεν υπάρχουν μόνο αλήθειες, αλλά αυτή η βιτριολική ατάκα κρύβει μια δόση πραγματικότητας, καθώς, όπως ισχυρίζονται οι κακεντρεχείς, ο συμπαθής πεζογράφος δεν φέρει πλέον μόνο το συγγραφικό ταλέντο, αλλά, με την πάροδο του χρόνου, και την επικίνδυνη ροπή προς τη βοτανική. «Μαϊντανός γίνεσαι αν δεν έχεις γεύση. Το χαρακτηριστικό του μαϊντανού είναι ότι είναι σχετικά άγευστος», δήλωνε στο «Βήμα» πίσω στο αθώο 1997. Ισως και να έχει δίκιο.

Ο Χρήστος Χωμενίδης, μαζί και με άλλους συγγραφείς της γενιάς του (χαρακτηριστικά παραδείγματα η Λένα Διβάνη, ο Πέτρος Τατσόπουλος και ασφαλώς η Σώτη Τριανταφύλλου), διεκδικεί τον ρόλο του φωτεινού παντογνώστη-σχολιαστή της δημόσιας σφαίρας. Εκ πρώτης όψεως πράττει ορθώς, καθώς είναι καθήκον του πνευματικού κόσμου να παρεμβαίνει. 
Όμως μπορείς να ορίσεις ως πνευματικό κόσμο τους εκπροσώπους μιας λάιφσταϊλ λογοτεχνίας που πλέον φαίνεται να συγκινεί κυρίως τους μεσήλικους;

«Στενοχωριέμαι όταν διαβάζω ότι είμαι κρατικοδίαιτος ενώ δεν έχω πάρει ποτέ ούτε μια δραχμή ή ευρώ από το Δημόσιο», έχει δηλώσει. Κρατικοδίαιτος δεν είναι, απλώς φλερτάρει ασυστόλως με την εξουσία. Σήμερα αποτελεί ένα από τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου της ΝΕΡΙΤ. Σε ένα κείμενό του, που έμοιαζε περισσότερο με δημόσια απολογία, τόνιζε ότι δέχθηκε τη θέση έχοντας κατά νου τη διαφύλαξη του αρχείου της ΕΡΤ. Ωστόσο, για την ιστορία, θυμίζουμε ότι το 2004 διετέλεσε λογογράφος του Γ. Α. Παπανδρέου – έστω για 3,5 εβδομάδες και αμισθί, αφού τα σχέδια ομιλίας δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ –, στη συνέχεια δεν τον υποστήριξε στις εσωκομματικές του 2007 και τελικά πέρασε στη ΔΗΜΑΡ, από όπου παραιτήθηκε λόγω της μη ξεκάθαρης από την αρχή θέσης που κράτησε το κόμμα του Φώτη Κουβέλη τις πρώτες ημέρες μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ.

Στο μόνο κόμμα στο οποίο φαίνεται ότι δεν υπάρχει περίπτωση να αναμειχθεί είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα υποτιμητικά σχόλιά του για τον Αλέξη Τσίπρα είναι πολλά και ιδιαίτερα καυστικά, ενώ το πάθος του εναντίον αυτού του κόμματος, του αφαιρεί την ιδιότητα του αντικειμενικού παρατηρητή και τον κατατάσσει στους φανατισμένους. 
«Ρε φίλε, “Frozen war”; “Frozen war”; Μα “Frozen war”; Δεν ξέρεις αγγλικά, εντάξει. Πώς πιστεύεις ότι μπορείς να μιλήσεις αγγλικά εάν δεν ξέρεις;», έχει πει για τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. 
Τότε βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη έναν Τατσόπουλο. Τι να τον έκανε και έναν δεύτερο;


*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014