Δ, Ευαγγελίδης, Ρ. Γαβριηλίδου, Τ. Ούρδας
Εκδήλωση με αφορμή
την μέρα της γυναίκας
Πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016 στην Αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρου Δήμου Έδεσσας η εκδήλωση που οργάνωσε ο Σύλλογος "Βιβλιόφιλοι Έδεσσας" με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας.
Την εκδήλωση συντόνισε το μέλος του ΔΣ του Συλλόγου κος Τρ. Ούρδας και μίλησαν η κα Ροζαλία Γαβριηλίδου, μέλος του ΔΣ, με θέμα "Η καθιέρωση εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας" και ο Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης, Πρόεδρος του Συλλόγου, με θέμα "Η θέση της γυναίκας στο Ισλάμ".
Παραθέτουμε το πρώτο μέρος της ομιλίας του Δ. Ευαγγελίδη:
Τι
πρεσβεύει το Ισλάμ και
η πρακτική εφαρμογή του
Δημήτρη
Ε. Ευαγγελίδη
Το Ισλάμ είναι μία μονοθεϊστική θρησκεία, η οποία διαμορφώθηκε με το κήρυγμα και τη δράση του Μωάμεθ στις αρχές του 7ου
αιώνα μ.Χ.
Η αραβική λέξη «ισλάμ»
σημαίνει «υποταγή», χρησιμοποιείται δε
με την έννοια «υποταγή, υπακοή στον Θεό» και εκείνοι που αποδέχονται αυτήν την
θρησκεία (την στάση υπακοής, εξάρτησης και αφοσίωσης στον Θεό)
ονομάζονται μουσλίμ (muslim), που σημαίνει «υποταγμένος» δηλαδή:
«υποταγμένος στον Ύψιστο».
Από αυτές τις δύο λέξεις προέκυψαν στα
ελληνικά οι όροι Ισλαμισμός και Μουσουλμανισμός.
Ο όρος ισλαμιστής προήλθε από τη μετατροπή του επιθέτου ισλάμι (ισλαμικός)
σε ουσιαστικό, για να χαρακτηριστούν οι μουσουλμάνοι που αντιλαμβάνονταν το
Ισλάμ όχι απλά ως μια θρησκεία, αλλά ως ένα "πλήρες σύστημα", ικανό
να ρυθμίζει κάθε πτυχή του δημόσιου και ιδιωτικού βίου.
Το Κοράνι
είναι το ιερό βιβλίο των Μουσουλμάνων. Με τον όρο Σαρία (Shari'a) εννοείται ο ισλαμικός θρησκευτικός
κώδικας διαβίωσης. Είναι εμπνευσμένη από το Κοράνι και
χρησιμοποιείται ως αναφορά στο ισλαμικό δίκαιο, αλλά και τον ισλαμικό
τρόπο ζωής γενικότερα.
Στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμο να παρουσιαστούν ορισμένα
στοιχεία του οθωμανικού κρατικού συστήματος ώστε να γίνουν αντιληπτές οι
πρακτικές που εφαρμόζονταν στους υπόδουλους μη-μουσουλμανικούς λαούς.
Ο Σουλτάνος, ο απόλυτος
και υπέρτατος άρχων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας θεωρούσε τον εαυτό του
εκπρόσωπο του Θεού στην Γη [Χαλίφη,
στα αραβικά Χαλίφα (Khalifa) =
Διάδοχος (του Μωάμεθ). Ο τίτλος του
Χαλίφη από το 1517 περνά σε όλους τους μετά τον Σελίμ Α΄ Σουλτάνους της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας μέχρι τις 3
Μαρτίου 1924 που καταργείται από την Τουρκική
Δημοκρατία], πνευματικό ηγέτη μιας
θεοκρατικής κοινωνίας και όχι ενός εθνικού κράτους, βασικός στόχος του
οποίου ήταν η διάδοση του Ισλάμ.
Σύμφωνα με βασική αρχή
του ισλαμισμού ο κόσμος διαιρείται σε δύο τμήματα: Στην επικράτεια του Ισλάμ (Dar el
Islam) και στην επικράτεια
των απίστων (Dar el
Harb). Ο ιερός πόλεμος
εναντίον των απίστων, το τζιχάντ (jihad),
για την συνεχή επέκταση της επικράτειας του Ισλάμ αποτελεί, μαζί με το καθήκον της καθημερινής
προσευχής, την ουσία της μωαμεθανικής θρησκείας.
Αυτός ο πόλεμος πρέπει
να συνεχίζεται διαρκώς μέχρι την πλήρη εξολόθρευσή τους και μόνον τα
γυναικόπαιδα και οι γέροντες εξαιρούνται από την σφαγή, ενώ οι περιουσίες τους
περιέρχονται στους πιστούς. Ο μοναδικός τρόπος για να αποφύγουν οι άπιστοι
αυτές τις συνέπειες ήταν να ζητήσουν, πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών, των
έλεος των μουσουλμάνων και να δεχθούν να γίνουν φόρου υποτελείς κάτω από την
προστασία του μουσουλμάνου ηγεμόνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η δυνατότητα δεν παρεχόταν σε όλους
τους απίστους. Οι ειδωλολάτρες έπρεπε να διαλέξουν ανάμεσα στην σφαγή και
τον εξισλαμισμό. Μόνον οι οπαδοί θρησκειών που βασίζονται σε «Άγιες Γραφές»
(Χριστιανοί, Ιουδαίοι και αργότερα Ζωροαστριστές) είχαν την δυνατότητα να
σώσουν την ζωή τους χωρίς να ασπαστούν τον ισλαμισμό. Η διάκριση αυτή
εφαρμόσθηκε αρχικά από τον ίδιο τον ιδρυτή του Μωαμεθανισμού κατά την περίοδο
των κατακτήσεών του όταν διαπιστώθηκε η πρακτική αδυναμία να σφαγούν ή να
εξανδραποδιστούν συμπαγείς χριστιανικοί, εβραϊκοί και ζωροαστρικοί πληθυσμοί. Οι «λαοί της Βίβλου» που περιήλθαν στην επικράτεια
του Ισλάμ μπορούσαν να συνάψουν ένα είδος συνθήκης
με τους μουσουλμάνους κατακτητές, με την οποία εξαγόραζαν την ζωή τους έναντι
εκπλήρωσης ποικίλων υποχρεώσεων, η βασικότερη από τις οποίες ήταν η καταβολή
του φόρου υποτελείας. Από την
αραβική λέξη για την συνθήκη (djimma), έγιναν γνωστοί ως «τζιμμήδες».
Συνοπτικά
λοιπόν, μετά την υποταγή τους, οι μη μουσουλμάνοι, θεωρούμενοι ως υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας, πλήρωναν φόρους
υποτελείας, τον κεφαλικό (τουρκ. cizye - τζιζιγιέ) και τον έγγειο φόρο (τουρκ. haraç - χαράτς),
ενώ οι πιστοί θεωρητικά πλήρωναν μόνον το ένα δέκατο του εισοδήματός τους ως
ελεημοσύνη υπέρ της ισλαμικής κοινότητας.
Στα ώριμα χρόνια της αυτοκρατορίας, κυρίως όμως όταν άρχισε η παρακμή
της, η ανυπαρξία διοικητικού μηχανισμού στο αχανές οθωμανικό κράτος έκανε
αναγκαία την αποδοχή στοιχειωδών αυτοδιοικητικών παραχωρήσεων προς τους
κατακτημένους λαούς. Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι βίαιοι
εξισλαμισμοί σταδιακά ατόνησαν για καθαρά πρακτικούς λόγους (ανάγκη είσπραξης
φόρων).
Βεβαίως
η εκούσια προσχώρηση των απίστων στο Ισλάμ επιτρεπόταν πάντα και υπήρξαν
αρκετοί που επεδίωξαν να αναρριχηθούν κοινωνικά με την ένταξή τους στο κυρίαρχο
στρώμα της αυτοκρατορίας. Επί πλέον, από την εποχή του Μουράτ Ι (1361-1389),
άρχισε να εφαρμόζεται ο φρικτός θεσμός του Παιδομαζώματος (devşirme), του Φόρου του αίματος, με την αρπαγή παιδιών ηλικίας συνήθως 10-15 ετών
Χριστιανικών οικογενειών από τις βαλκανικές χώρες, τα οποία εξισλαμίζονταν και
εκπαιδεύονταν, αναλόγως των προσόντων τους, είτε ως στρατιωτικοί στα διαβόητα
τάγματα των Γενιτσάρων είτε ως
ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου