Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2025

Το παράδειγμα της Σουηδίας


Εκπαίδευση: «Κάν’ το όπως οι Σουηδοί» καλούν το υπ. Παιδείας οι εκδότες βιβλίου – Επιστροφή στο χαρτί 

Το παράδειγμα της Σουηδίας, που αποφάσισε να δώσει έμφαση στην αναλογική εκπαίδευση, έναντι της ψηφιακής, επιστρέφοντας στο «χαρτί και το μολύβι», παρουσιάζουν τα σωματεία Ελλήνων εκδοτών βιβλίου.


«Κάν’ το όπως η Σουηδία», καλούν το ελληνικό υπουργείο Παιδείας οι Έλληνες εκδότες βιβλίων, φέρνοντας το παράδειγμα της σκανδιναβικής χώρας που επιστρέφει στην «αναλογική εκπαίδευση», με χαρτί και μολύβι. Τα σωματεία εκδοτών θέτουν σε γνώση του υπουργείου Παιδείας και των υπεύθυνων της διδασκαλίας των μαθημάτων σε όλες τις βαθμίδες, τη νέα πολιτική της σουηδικής κυβέρνησης, η οποία βασίζεται σε τεκμηριωμένες επιστημονικές μελέτες.

Όπως ενημερώνουν, η βάση της πολιτικής αυτής είναι η ενίσχυση της ανάγνωσης από έντυπα βιβλία και όχι από ψηφιακά μέσα.  Η σουηδική κυβέρνηση «επενδύει σε περισσότερο χρόνο για διάβασμα και λιγότερο χρόνο στις οθόνες», διαβάζουμε στη σχετική ανταπόκριση από το σουηδικό υπουργείο Παιδείας. 

Βιβλίο αντί οθόνης

Το σουηδικό υπουργείο επικαλείται μελέτες που δείχνουν ότι τα περιβάλλοντα χωρίς οθόνες παρέχουν καλύτερες συνθήκες για τα παιδιά να αναπτύξουν σχέσεις, να συγκεντρωθούν και να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν. Τονίζει ότι είναι σημαντικό τα ψηφιακά βοηθήματα μάθησης να εισάγονται στη διδασκαλία μόνο σε μια ηλικία που ενθαρρύνουν και δεν εμποδίζουν τη μάθηση. Η χρήση τέτοιων βοηθημάτων πρέπει επομένως να εξετάζεται προσεκτικά.

Πρόκειται για στροφή 180 μοιρών, από μια χώρα πρωτοπόρο στο ψηφιακό σχολείο, που σχεδόν είχε σχεδόν καταργήσει το χαρτί, αντικαθιστώντας το με τάμπλετ και ψηφιακά βιβλία. Μετά από σχεδόν δέκα χρόνια εφαρμογής της «ψηφιοποίησης» στην εκπαίδευση, οι Σουηδοί αντιλήφθηκαν ότι οι επιδόσεις των μαθητών στην ανάγνωση, στις εξετάσεις Pisa, επιδεινώθηκαν αισθητά. Γι’αυτό αναθεώρησαν την πολιτική τους, επιστρέφοντας στην αναλογική εκπαίδευση. Μάλιστα, η σουηδική κυβέρνηση αποφάσισε να μην προχωρήσει με την πρόταση του Εθνικού Οργανισμού Εκπαίδευσης για την ψηφιακή στρατηγική. Η στρατηγική τέθηκε σε διαβούλευση και δέχθηκε κριτική από νευροεπιστήμονες και παιδίατρους.

 Να ενισχυθεί η «αναλογική εκπαίδευση»

Τα πέντε μεγάλα ελληνικά εκδοτικά σωματεία, η Ένωση Ελληνικού Βιβλίου, οι Σύνδεσμοι Εκδοτών Βιβλίου Αθηνών και Βόρειας Ελλάδας, ο Ανεξάρτητος Σύλλογος Εκδοτών Βιβλίου και ο Σύνδεσμος Εκδοτών Επιστημονικού Βιβλίου υψώνουν και τη δική τους φωνή υπέρ της «αναλογικής παιδείας».

Οι Έλληνες εκδότες παραπέμπουν στις δηλώσεις της υπουργού Παιδείας της Σουηδίας, Λότα Έλκχομ: «Οι καλύτερες συνθήκες για την ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων ανάγνωσης και γραφής είναι σε αναλογικά περιβάλλοντα και με τη χρήση αναλογικών εργαλείων. Γι’ αυτό είναι σημαντικό οι μαθητές να εργάζονται με στυλό και χαρτί και, όχι λιγότερο σημαντικό, να έχουν πρόσβαση σε σχολικά βιβλία και στελεχωμένες σχολικές βιβλιοθήκες».

Στην Ελλάδα οι σχολικές βιβλιοθήκες υπάρχουν μεν ως θεσμός στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά συνήθως απαξιώνονται, υπολειτουργούν ή δεν λειτουργούν καν.

O πρόεδρος της ΕΝΕΛΒΙ Κώστας Δαρδανός έχει ασχοληθεί εκτενώς με το θέμα των σχολικών βιβλιοθηκών, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του Γιώργου Δαρδανού, των εκδόσεων Gutenberg – ο οποίος υπήρξε πρωτοπόρος στις προσπάθειες στήριξης του θεσμού. Μας λέει ότι η σχολική βιβλιοθήκη δεν σημαίνει απλώς λίγα ράφια με βιβλία, αλλά προϋποθέτει εκτός από έναν οργανωμένο και λειτουργικό φυσικό χώρο, την ύπαρξη βιβλιοθηκονόμου και την οργανική ένταξη του βιβλίου, που έχουμε μάθει να αποκαλούμε «εξωσχολικό», στην καθημερινότητα του σχολείου, στη μαθησιακή διαδικασία. 

Σχολικές βιβλιοθήκες σε αχρηστία

Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ιδρύθηκαν ή εμπλουτίστηκαν περίπου 500 βιβλιοθήκες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όταν απολύθηκαν οι βιβλιοθηκονόμοι που τις λειτουργούσαν, σταδιακά υποβαθμίστηκαν και τέθηκαν σε αχρηστία. «Στις περισσότερες από αυτές τις βιβλιοθήκες, τα βιβλία είναι σήμερα καταχωνιασμένα σε αίθουσες με σπασμένα θρανία και παλιούς υπολογιστές», μας λέει ο πρόεδρος της ΕΝΕΛΒΙ.

Ο κ. Δαρδανός, παραπέμπει στην έρευνα του ΟΣΔΕΛ για την ανάγνωση και το βιβλίο, η οποία δείχνει ότι οι βιβλιοθήκες είναι πηγή πλούτου για μια κοινωνία – όχι μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά. Αποδεικνύεται στατιστικά ότι οι Έλληνες αναγνώστες, όσοι έχουν επαφή με το βιβλίο από μικρή ηλικία και αποκτούν πολιτισμικό κεφάλαιο,  έχουν περισσότερες πιθανότητες να ανήκουν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και να έχουν υψηλότερο εισόδημα από ό,τι οι μη αναγνώστες.

Έρωτας με το βιβλίο

«Πώς θα εκθέσουμε το σύνολο των παιδιών στην ανάγνωση; Μόνο αν ενταχθούν οι σχολικές βιβλιοθήκες στο εκπαιδευτικό σύστημα. Να μην παπαγαλίζει το παιδί το ένα και μοναδικό βιβλίο, αλλά να εκτίθεται στην έρευνα. Βιβλιοθήκη σημαίνει έρευνα. Αγαπάς το βιβλίο όταν γνωρίζεις πράγματα που δεν ήξερες, για τον εαυτό σου και για τον κόσμο. Όπως όταν γνωρίζει κάποιος τον έρωτα στη ζωή, μετά θέλει να συνεχίσει να ερωτεύεται. Όταν γνωρίζει κανείς το βιβλίο από τη σωστή πλευρά, όχι ως καταναγκαστική επιβολή του κράτους για να παπαγαλίσεις και να γράψεις (στις εξετάσεις), είναι σαν να γνωρίζει το έτερον ήμισυ. Όποιος ερωτεύεται την ανάγνωση γίνεται πλουσιότερος. Μας ενδιαφέρει αυτό; Το θέλουμε; Και επιπλέον δεν μαθαίνει κανείς να διαβάζει από την οθόνη. Μαθαίνει από το χαρτί», λέει παθιασμένα ο πρόεδρος της ΕΝΕΛΒΙ.

Το παράδειγμα της Σουηδίας

Οι Έλληνες εκδότες βιβλίου θεωρούν το δίδαγμα των σουηδικών σχολείων κομβικό. «Όταν μια χώρα πρωτοπόρος στην τεχνολογία,  έχει κάνει το πείραμα και έχει καταλήξει ότι το χαρτί υπερτερεί της οθόνης, πρέπει να μας προβληματίσει. Πήγε κάποιος στη στροφή του δρόμου και μας είπε ότι υπάρχει γκρεμός. Εμείς θα συνεχίσουμε να οδεύουμε προς τα εκεί;», ρωτάει ο κ. Δαρδανός.

Προειδοποιεί ότι η στροφή στο ψηφιακό βιβλίο, όπως προβλέπεται και στα νέα εκπαιδευτικά προγράμματα, δεν βοηθάει τη μάθηση. «Τα νέα σχολικά βιβλία που σχεδιάζονται και βρίσκονται σε στάδιο διόρθωσης, έχουν ως επίκεντρο την οθόνη.

Το μεγαλύτερο μέρος τους είναι ψηφιακό. Βιβλία πρώτης δημοτικού είναι γεμάτα QR code και ζητάνε από το παιδί να τα σκανάρει με το κινητό», μας λέει ο κ. Δαρδανός.

Όπως μας λέει, υπάρχουν πολλές διεθνείς  μελέτες από νευροεπιστήμονες, γλωσσολόγους και άλλους ειδικούς, που δείχνουν ότι το χαρτί είναι το πιο φιλικό μέσο για τη γνώση. Σε μελέτη που γίνεται τα τελευταία δέκα χρόνια σε 25.000 φοιτητές σε 33 χώρες, πάνω από το 80% προτιμούν το έντυπο βιβλίο. «Το ηλεκτρονικό βιβλίο έχει αρετές, που έχουν να κάνουν με τη γρήγορη εύρεση, τη φορητότητα. Όμως δεν έχουν πάντα σχέση με τη μάθηση και την παιδεία», συμπληρώνει ο εκδότης.

Η ανάγνωση είναι εισιτήριο για την ελευθερία

Οι Έλληνες εκδότες έχουν έρθει σε επαφή με τον υπουργό Παιδείας Κυριάκο Πιερρακάκη, ο οποίος όπως μας λένε ήταν θετικός στα αιτήματά τους για το θέμα των σχολικών βιβλιοθηκών και δεσμεύθηκε ότι θα βρεθεί χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ για την ενίσχυσή τους και κυρίως για τη στελέχωσή τους με βιβλιοθηκονόμους.

«Ο υπουργός μας είπε ότι τον διαμόρφωσε ένας φωτισμένος καθηγητής που ήταν υπεύθυνος της σχολικής βιβλιοθήκης. Γι’αυτό θεωρώ ότι κατανόησε αυτό που του είπαμε. Ότι το έντυπο βιβλίο είναι αναπτυξιακό μέτρο πρέπει το συντομότερο να ενταχθούν ο σχολικές βιβλιοθήκες στην εκπαιδευτική διαδικασία. Όσο νωρίτερα γνωρίσει το παιδί τον έρωτα με το βιβλίο, τόσο πιο αυτόνομο, αυτάρκες και ενδυναμωμένο είναι. Το εκπαιδευτικό σύστημα σε διαδάσκει να μισείς το βιβλίο και να το καις στο τέλος του έτους. Το διαβάζεις «για να…». Ενώ η ανάγνωση είναι αυταξία, είναι εισιτήριο για την ελευθερία. Σου ανοίγει άπειρους κόσμους. Ελεύθερος είναι αυτός που μπορεί να οραματιστεί τον εαυτό του», καταλήγει ο πρόεδρος της ΕΝΕΛΒΙ.

Πηγή: https://www.in.gr/2025/02/19/greece/ekpaideysi-kanto-opos-oi-souidoi-kaloun-yp-paideias-oi-ekdotes-vivliou-epistrofi-sto-xarti/



 

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2025

Από την χθεσινή εκδήλωση


Μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση πραγματοποιήθηκε χθες στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου με την παρουσίαση του μυθιστορήματος του Mario Morati με τον τίτλο "Η εκδίκηση του Αλέξανδρου". 
Την εκδήλωση συντόνισε η Γραμματέας του Συλλόγου Δέσποινα Τσεχελίδου και για το βιβλίο μίλησαν ο Πρόεδρος του Συλλόγου Τρύφων Ούρδας και ο συγγραφέας.
Η συζήτηση που ακολούθησε και στην οποία πήραν μέρος πολλές/πολλοί από τους βιβλιόφιλους που παραβρέθηκαν αποκάλυψε και ξεκαθάρισε αρκετά σημεία από την πλοκή του μυθιστορήματος, αλλά και της εξιστόρησης από τον συγγραφέα για το πώς γράφτηκε το βιβλίο. 
Ήταν μια πολύ "ζεστή" και ευχάριστη βραδιά, παρά το τσουχτερό κρύο που υπήρχε έξω, μια ακόμη επιτυχημένη εκδήλωση του Συλλόγου "Βιβλιόφιλοι Έδεσσας".


 

 

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2025

Βιβλιοπαρουσίαση


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Το Δ.Σ. του Συλλόγου «Βιβλιόφιλοι Έδεσσας»

σας προσκαλεί

την Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025 και ώρα 06.30΄μμ

στην αίθουσα του Πολιτιστικού του Δήμου Έδεσσας (Περιοχή Βαρόσι), στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου: 

«Η εκδίκηση του Αλέξανδρου»

του Mario Morati.

Για το βιβλίο θα μιλήσει ο Πρόεδρος του Συλλόγου Τρύφων Ούρδας

Συντονίζει η Γραμματέας του Δ.Σ. του Συλλόγου Δέσποινα Τσεχελίδου.

Την εκδήλωση θα πλαισιώσουν σπουδαστές

του Νέου Ωδείου Έδεσσας με μουσικά κομμάτια.

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Τρύφων Ούρδας

 

Η εκδίκηση του Αλέξανδρου

Η τυχαία ανεύρεση μιας ταμπακιέρας μ' έναν κρυμμένο χάρτη, θα γίνει αφορμή για τον αμερικανό γόη Γουίλμπουρ Σμιθ να ξεκινήσει ένα ταξίδι αναζήτησης, που θα τον φέρει από το Μιλγουόκι της Αμερικής στη Βέροια και πίσω στα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Κατά τη διάρκεια της αναζήτησης αυτής και καθώς το νήμα της ιστορίας ξετυλίγεται, η ταμπακιέρα γίνεται όχημα μνήμης φέρνοντας στο φως πρόσωπα και γεγονότα του παρελθόντος τα οποία θα τον οδηγήσουν στην ανεύρεση ενός εντυπωσιακού σπαθιού. Και θα φτάσει στα άκρα για να καρπωθεί το εύρημά του. Θα έχει άραγε σχέση τούτο το σπαθί με τον τάφο του Μακεδόνα στρατηλάτη, Αλέξανδρου; Θα επιβεβαιωθεί τελικά η τρομερή πρόρρηση για όλους όσους καρπώνονται τέτοιους θησαυρούς; Το βιβλίο, βασισμένο σε πραγματολογικά ιστορικά στοιχεία, πλάθει έναν μύθο, όπου ο χρόνος, αδυσώπητος, κριτής θα υφάνει το δικό του ιστό, αποκαλύπτοντας οδυνηρές αλήθειες και οδηγώντας σε μια λύτρωση που έρχεται με βαρύ τίμημα.

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2025

Βιβλιοπαρουσίαση 19-1-2025


Από την χθεσινή παρουσίαση του παιδικού βιβλίου: "Η συνταγή της γιαγιάς".
Από δεξιά ο Πρόεδρος του Συλλόγου Τρ. Ούρδας, το μέλος του ΔΣ Γεωργία Βλάχα που μίλησε για το βιβλίο, η Γραμματέας του Συλλόγου Δέσπ. Τσεχελίδου, συντονίστρια της εκδήλωσης και η συγγραφέας του βιβλίου Αφρούλα Μπερέα.











 

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2025

Κοπή βασιλόπιτας 15-1-2025

 

Βασιλόπιτα

Κάπως καθυστερημένα, πάντως καταφέραμε να κόψουμε την βασιλόπιτά μας. Το φλουρί έτυχε στο κομμάτι του Συλλόγου! Καλό σημάδι αυτό...

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025

Βιβλιοπαρουσίαση 19-1-2025


 "Βιβλιόφιλοι Έδεσσας"

Βιβλιοπαρουσίαση στο Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Έδεσσας (περιοχή Βαρόσι) την Κυριακή 19-1-2025 και ώρα 12.30΄ το μεσημέρι.


Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Χρονογράφημα Τρ. Ούρδα


Πρωτοχρονιάτικος επισκέπτης 

Δωροθιώτης, ο γέρο-Περικλής, διακρινόταν για τον εύθυμο χαρακτήρα του. Γράμματα πολλά δεν ήξερε. Ήξερε, όμως, καλά να φτιάχνει δικές του προσωπικές ιστορίες και να τις παρουσιάζει μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο. Όταν τις άκουγες στο τέλος θα σ’ έκαναν να γελάσεις αλλά και να προβληματιστείς για το βαθύτερο νόημα τους. Ό ίδιος, βέβαια, όταν τις έλεγε δε γελούσε ποτέ.

Μια μέρα, λοιπόν, του Γενάρη, εγώ παιδί τότε, τον πέτυχα στο κουρείο «η Σεβίλλη» του Γιορδάνη του χωριανού μας. Καθισμένος αναπαυτικά στην πολυθρόνα του καταστήματος δεχόταν τις περιποιήσεις του κουρέα, πάντα με τα μάτια κλειστά για να μη βλέπει απέναντι τον καθρέφτη. Κάπου κάπου ακουγόταν και ν’ αναπνέει βαθιά, σίγουρα λόγω του ύπνου που ερχόταν κι έφευγε στο κεφάλι του ανάλογα με τα ενοχλήματα που του έκαναν το ξυράφι και το ψαλίδι. Και πριν ακόμα τελειώσουν οι τελευταίες ψαλιδιές και ξυραφιές του κουρέα, κι όταν ο ίδιος φυσικά σταμάτησε να πηγαινοέρχεται στους «λουλουδένιους μπαχτσέδες» του ύπνου, πολύ σοβαρός, άρχισε να μονολογεί και να λέει :

«Τι να σας πω ρε παιδιά. Κάθε βράδυ που τελειώνει η χρονιά  έχουμε τα ίδια και τα ίδια. Δεν μπορώ να καταλάβω τι τέλος πάντων συμβαίνει! Και να σκεφτείς, πάντα έπαιρνα και παίρνω μέτρα. Ακόμα από τότε που ζούσε η γριά μου φυλαγόμασταν απ’ αυτόν. Όμως, αυτός πάλι μας έβρισκε κι έτσι τσουπ τον φορτωνόμασταν, θέλαμε δε θέλαμε. Μας ξεγελούσε ο αφιλότιμος. Τζάμπα οι προσπάθειες. Αλλά ξαναλέω. Πώς γίνεται να μας βρίσκει με τις πόρτες και τα παράθυρα, όλα μανταλωμένα; Κι όχι μόνο όλα κλειδωμένα, αλλά και με σβησμένη τη λάμπα για να μη μας γνωρίσει. Αλλά πού;  Δε θυμάμαι να υπήρξε χρονιά που να μην μας βρει. Και δώστου κάθε χρόνο να στρογγυλοκάθεται στην πλάτη μας, κι όλο να βαρύνει τους ώμους. Τελικά νομίζω «ότι ότι», κάποια μέρα, και πολύ σύντομα μάλιστα, θα μας χώσει στη γη σαν παλούκια στους φράχτες..!»

Εδώ ο γέρος σταμάτησε για λίγο τον μονόλογο κι αφού ξεροκατάπιε κανά-δύο φορές με δυνατό βήξιμο, γύρισε προς το μέρος μου για να μου μιλήσει, αψηφώντας το επικίνδυνο ψαλίδι του μπαρμπέρη.

«Βρε παλληκάρι μου», μου λέει. «Κοίταξε την πλάτη μου. Κοίταξε πως γέρνει η κακομοίρα. Σηκώνεται τόσο βάρος; Κάθε χρόνο τόσο φορτίο; Κι αυτός ο Θεός δεν λέει λίγο να μας λυπηθεί!» «Εσύ», μου λέει, «δε βλέπω να έχεις κανένα βάρος στην πλάτη σου. Μπράβο, πώς τα κατάφερες και δεν σου φορτώνεται ο αχόρταγος; Τι στο καλό, δεν περνάει απ’ τη γειτονιά σας; Κάθε χρόνο μόνο στη δικιά μας έρχεται..!»

Γεμάτος απορία μ’ όλα όσα έλεγε ο γέρο-Περικλής, τον άκουγα χωρίς να μπορώ να αρθρώσω λέξη και να ρωτήσω για ποιον τέλος πάντων μιλάει. Όμως, μέσα μου ο φτωχός έκανα τη σκέψη, πως σίγουρα θα αναφέρεται σε κανέναν κλέφτη, που κάθε φορά το βράδυ της Πρωτοχρονιάς, κρυφά μπαίνει στο σπίτι του και του κλέβει πράγματα.

«Αλλά φέτος», συνέχισε ο γέρος, κοιτάζοντας αυτήν τη φορά τον κουρέα που μειδιούσε κάτω απ’ το λεπτό μουστάκι του αλλά και λίγο κι εμένα με την άκρη του ματιού του, «φέτος το είχα δηλώσει πως θ’ άλλαζα. Δε γίνεται είπα κάθε χρόνο να μας ξεγελάει και να μπαίνει στο σπίτι μου, ο κύριος «απροσκάλεστος». Ορκίστηκα να του κόψω τον βήχα. Πήρα λοιπόν τα μέτρα μου. Άλλαξα πόρτες παράθυρα κι έβαλα αυτήν τη μάρκα, να δεις πώς την λένε…

«Κόπλαντ», πετάχτηκε κι είπε θριαμβευτικά ο Γιορδάνης, λες και βρήκε την απάντηση σε διαγωνισμό ερωτήσεων!

«Απ’ αυτό», λέει ο γέρος. «Τι να σας πω, η εφαρμογή τους άριστη και μερακλήδες τα μαστόρια που τα πέρασαν. Πίστεψα ότι μ’ αυτά καμιά τρύπα δε θα έμενε ακάλυπτη. Γι’ αυτό και φέτος χάρηκα, πως δεν θα με βρει ο μπαμπέσης κι ότι θα του την έσκαγα! Ταίριαξα ακόμα κι από πάνω τη σκεπή μου για να είμαι σίγουρος, μήπως βρει κανα-κεραμίδι σπασμένο κι έρθει απ’ τον ουρανό, απ’ εκεί δηλαδή που δεν τον περιμένεις! Κι αφού σιγουρεύτηκα κι απ’ αυτήν την πλευρά, έ τώρα είπα! Το βράδυ εκείνο που θα προσπαθήσει να μπει ο ξεδιάντροπος, εγώ θα είμαι κλεισμένος καλά μέσα στο καμαράκι μου κι αυτός άντε να με βρει. Με τόση προφύλαξη, μόνο θα πηγαινοέρχεται έξω απ’ το σπίτι μου, αναζητώντας τρόπο να με πλησιάσει και να μου φορτωθεί. Όμως, μετά από δύο-τρεις προσπάθειες να μπει μέσα, θα καταλάβει πως αυτό είναι αδύνατο κι έτσι θα βαρεθεί και θα φύγει. Επιτέλους! Μια χρονιά θα τον νικήσω και δεν θα τον έχω να κοκορεύεται στο σβέρκο μου, τάχα πως είναι πολύ δυνατός, πως μπαίνει στα σπίτια όλων, θέλουν δε θέλουν αυτοί και πως κάνει τους γέρους να τον τρέμουν. Για να μη σας πολυλογώ φέτος είπα δε θα μπει στο σπίτι μου κι ότι θα κοιμηθώ ήσυχος σαν πουλάκι, ενώ το πρωί θα ξυπνήσω ίδιος, όπως ακριβώς έπεσα για ύπνο την προηγούμενη μέρα…

«Ε! μπάρμπα», του φώναξε ο κουρέας, διακόπτοντας τον μονόλογο του, «το κούρεμα τελείωσε».

Μ’ ένα «καλά» ο γέρο Περικλής, σηκώθηκε απ’ την πολυθρόνα, έβαλε τη μάλλινη τραγιάσκα στο κεφάλι, που όλη την ώρα την κρατούσε στα χέρια του και ξανακάθισε τώρα δίπλα μου πάνω σε μια ψάθινη καρέκλα.

«Λοιπόν», συνέχισε να λέει σ’ εμένα που τον άκουγα μ’ ανοικτό το στόμα και χωρίς να καταλαβαίνω τίποτα απ’ αυτά. «Λοιπόν, παιδάκι μου και φέτος ό,τι κι αν έκανα πάει χαμένο. Πάλι με τον φίλο πιάστηκα κορόιδο κι όσα πράγματα κι αν έκανα πάλι μπήκε σπίτι μου ο μάγκας. Αχ!» αναστέναξε, χτυπώντας με τα χέρια τους μηρούς του. «Αχ! όλα τα φταίει εκείνος ο μάστορας που επισκεύασε τη σκεπή και το ταβάνι στο σπίτι. Τάχα μου έκανε καλή δουλειά που σας έλεγα. Τίποτα. Όσο κι αν τον συμβούλεψα να προσέξει, αυτός πάλι έκανε λάθος κι άφησε κάποιες τρύπες στο ταβάνι και στη σκεπή!

Βρήκε έτσι την ευκαιρία ο άτιμος και το βράδυ τρύπωσε απ’ αυτές μέσα στο καμαράκι. Έπειτα, χωρίς να τον καταλάβω, ήρθε σιγά σιγά στο κρεβάτι και κάθισε στην πλάτη μου, ακριβώς την ώρα που μ’ έπαιρνε ο ύπνος. Κι αφού μπήκε μέσα, άντε τώρα να τον διώξεις. Μη μπορώντας, λοιπόν, να κάνω διαφορετικά, σηκώθηκα και με μισή καρδιά του είπα καλωσόρισες! Άναψα τη λάμπα και του έδειξα να κάτσει στο τραπέζι, ώστε και φέτος να γιορτάσουμε τον ερχομό του. Έβγαλα το ρακί απ’ το ντουλάπι, έπιασα δύο ποτήρια, για μένα και του λόγου του, τα τσουγκρίσαμε και ήπιαμε στην υγειά μας. Αφού κατεβάσαμε τα ποτηράκια, εδώ που τα λέμε ήρθαμε λίγο και στο τσακίρ κέφι, ο παλληκαράς μου είπε: Τώρα φεύγω, πρέπει να πάω και σ’ άλλους που με περιμένουν να κάτσω πάνω στην πλάτη τους! Του άνοιξα την πόρτα και τώρα σαν κύριος βγήκε απ’ το σπίτι τρέχοντας. Εγώ, όμως, τί να πω! Αισθάνθηκα το βάρος του στους ώμους μου, γι’ αυτό και πέρασε απ’ το μυαλό μου να τον βρίσω. Αλλά δεν το έκανα επειδή φοβήθηκα, μήπως ξαναγυρίσει και μ’ αφήσει επιπλέον φορτίο. Ωστόσο, από μέσα μου του παρήγγειλα: Του χρόνου αν με βρεις να μου γράψεις…»

-Και τώρα ρε μπάρμπα, του λέει ο κουρέας ο Γιορδάνης, για να έχουμε καλό ερώτημα, πόσων χρονών είσαι;

-Άστα, του λέει ο γέρος. Με τη φετινή του επίσκεψη που σας είπα, ογδόντα… Τι τα θες τα φάγαμε τα ψωμιά μας..!

Κόντεψα να πέσω απ’ την καρέκλα που καθόμουνα, όταν επιτέλους κατάλαβα ποιος ήταν ο δυσάρεστος επισκέπτης του γέρου στο σπίτι του κάθε βράδυ της Πρωτοχρονιάς. Ο επισκέπτης που έκανε πως δεν τον ήθελε και φυλάγονταν από αυτόν ήταν ο χρόνος!

Όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι κι αυτός γνώριζε ότι την «επίσκεψη» του κανείς δεν μπορεί να την αποφύγει, ό,τι και να κάνει, όπου και να βρίσκεται, όσο και να κρύβεται. Τον χρόνο όλοι τον φορτώνονται. Πιστεύω, όμως, ότι μέσα απ’ την ιστορία του ήθελε να δώσει μια νότα χαράς σ’ όσους με το πέρασμα του στενοχωριούνται. Και σκέφτηκε: Αφού έτσι είναι γραφτό να γίνεται, δηλαδή κάθε χρόνο να μεγαλώνουμε και να γερνάμε, εγώ γιατί να μην διασκεδάζω την κατάσταση, κάνοντας πως δεν καταλαβαίνω τους νόμους της ζωής και μάλιστα ότι μπορώ να αποφεύγω όλες τους τις συνέπειες, σκαρφιζόμενος διάφορα ψευτοτεχνάσματα! Κι όλα αυτά όπως είπαμε μόνο και μόνο για να μην φύγει το χαμόγελο απ’ τα χείλη όσο τα χρόνια και αν περνάνε, όσο τα χρόνια και αν φορτώνονται στις πλάτες μας!

Παιδί τότε, στις πρώτες τάξεις του γυμνασίου, η ιστορία με τον τρόπο που την άκουσα απ’ τον ευχάριστο αυτόν άνθρωπο μ’ έκανε μόνο να γελάσω. Την πέρασα, όπως λέμε, στο «ντούκου», γιατί εκείνο το διάστημα ο «κύριος χρόνος» φαινόταν ότι δεν έμπαινε στα σπίτια μας. Έτσι τουλάχιστον εγώ νόμιζα.

 Σήμερα, όμως, παρά τον χιουμοριστικό χαρακτήρα της και το όποιο αισιόδοξο ανθρώπινο μήνυμα ήθελε να περάσει μ’ αυτή ο γέρο-Περικλής, τη θυμάμαι και μελαγχολώ!                                                                                                                                                       

                                                                                                                                          Τρύφων Ούρδας      


 

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2025

Βιβλιοπαρουσίαση 15-1-2025

  


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Το Δ.Σ. του Συλλόγου «Βιβλιόφιλοι Έδεσσας»

σας προσκαλεί

την Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025 και ώρα 06.30΄μμ

στην αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρου του Δήμου Έδεσσας (Περιοχή Βαρόσι), στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου:

«Ταξίδι απελευθέρωσης»

της Ιωάννας Μαλουμίδου.

Για το βιβλίο θα μιλήσει η Δέσποινα Τσεχελίδου,

Γραμματέας του Δ.Σ. του Συλλόγου.

Παιδαγωγική ανάλυση: Γεωργία Βλάχα,

Εκπαιδευτικός, Μέλος Δ.Σ. του Συλλόγου μας

Συντονίζει ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Συλλόγου:

Δημήτρης Ευαγγελίδης



Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ του Συλλόγου

Τρύφων Ούρδας

 

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2025

Θ΄ Πανελλήνιος Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Διηγήματος


Αρχίζει αυτές τις μέρες η αξιολόγηση των διηγημάτων που παραλάβαμε, συμμετοχής στον Θ΄ Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Διηγήματος. Είναι πολύ ευχάριστο γεγονός η αυξημένη συμμετοχή φέτος συγγραφέων από την Κύπρο. Υπολογίζουμε ότι μέσα στον Ιανουάριο 2025 θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα. Υπενθυμίζουμε ότι οι Κατηγορίες Διακρίσεων είναι:
3 Βραβεία
3 Έπαινοι
4 Τιμητικές διακρίσεις
1 Βραβείο Εφηβικού (ηλικία μέχρι και 18 ετών)
Επιπλέον, θα επιλεχθούν από τις υπόλοιπες συμμετοχές τα καλλίτερα διηγήματα ώστε να φθάσουμε συνολικά στον αριθμό των 30 διηγημάτων τα οποία θα εκδοθούν, όπως κάθε φορά. σε έναν τόμο. Περισσότερες λεπτομέρειες θα ανακοινωθούν προσεχώς.


 

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2024

Διήγημα του Τρ. Ούρδα


 Χριστούγεννα με χρώμα

Ξημερώματα παραμονής των Χριστουγέννων!
-Ξύπνα, ακούω τη γνώριμη φωνή της γυναίκας μου να μου φωνάζει και νιώθω ένα σκούντημα στον ώμο.
-Δεν ακούς, μου λέει, που τα παιδιά λένε τα κάλαντα έξω από την πόρτα μας;
Σαν αστραπή πετάχτηκα από το κρεβάτι και πριν καλά καλά να φτιάξω το πρόσωπό μου από τον ύπνο έφτασα στην πόρτα και την άνοιξα. Και τότε βρέθηκα μπροστά σε μια έκπληξη Είδα…εμένα !
Εμένα και δυο-τρεις από τους φίλους και συμμαθητές μου από το Δημοτικό, όπως ήμασταν στο χωριό πριν από…αρκετά χρόνια.
Εγώ, ένα μικρό παιδάκι χωμένο στο μάλλινο παλτό του με κόκκινα μάγουλα και τρεμάμενη φωνή από το κρύο να απλώνει το χέρι του στο αμυδρό φως, ζητώντας την αμοιβή του για το «καλήν ημέραν άρχοντες». Δίπλα μου στην ίδια κατάσταση η αγαπημένη μου παρέα, «εν αναμονή» και αυτή να πάρει το σχετικό φιλοδώρημα.
Όλοι με πρόσωπα χαρούμενα, ευτυχισμένα και λαμπερά, που πάνε ασορτί με τη μεγάλη γιορτή που έφθανε!
Τα Χριστούγεννα λοιπόν! Τα Χριστούγεννα που τότε στο χωριό για όλα εμάς τα παιδιά είχαν ιδιαίτερη σημασία. Θα έλεγα ότι άρχιζαν στην αρχή του Δεκέμβρη, όταν στο σχολείο, πρωί και απόγευμα μετά το μάθημα, πάντα τραγουδούσαμε «την Άγια Νύχτα», «στη γωνία μας κόκκινο τ’ αναμμένο τζάκι», «αχ έλατο» ή ψάλλαμε με την βοήθεια του δασκάλου μας το γνωστό τροπάριο της Γέννησης «η Παρθένος σήμερον…»
Την όλη ατμόσφαιρα ενίσχυε και το χριστουγεννιάτικο δέντρο που έφερναν οι σχολικοί σύμβουλοι από το βουνό και το στήνανε στο διάδρομο του σχολείου για να το στολίσουμε. Και μη φανταστείτε ότι το στόλισμα ήταν με τα σημερινά πολύχρωμα ηλεκτρικά φωτάκια, τις λαμπερές μπαλίτσες και τα άλλα ακριβά στολίδια που αγοράζουμε σήμερα με περισσή ευχέρεια από τα καταστήματα. Όχι! Το δέντρο ήταν πολύ απλό. Είχε επάνω του αστεράκια που τα φτιάχναμε εμείς από χαρτόνι και τα βάφαμε με μπογιές. Ακόμα είχε και Αι-Βασίληδες από το ίδιο υλικό. Για χιόνια πάνω στα κλωνάρια του βάζαμε βαμβάκια, ενώ τη βάση του τη στολίζαμε μόνιμα με μια παλιά και ξεθωριασμένη φάτνη που έδειχνε τον νεογέννητο Χριστό στην αγκαλιά της Παναγίας, τους Μάγους με τα δώρα και τα ζωάκια που τον ζέσταιναν. Τόσο απλό και ταπεινό!
Και όμως..! Αυτό το δέντρο, με τα στολίδια του φτιαγμένα από τα χέρια μας και από φθηνό υλικό, φάνταζε μεγαλόπρεπο στα μάτια μας και μας έκανε όλους να το θαυμάζουμε σαν να ήταν το μοναδικό χριστουγεννιάτικο δέντρο στον κόσμο. Και όλο περιμέναμε το μεγάλο γεγονός της Γέννησης, και όλο κοιτάζαμε τον ουρανό ψάχνοντας με νοσταλγία να δούμε το αστέρι της Βηθλεέμ.
Ύστερα ήταν και το χιόνι, μια και τις μέρες αυτές συνήθως χιόνιζε και μάλιστα ασταμάτητα. Χιόνι τόσο πολύ που έφερνε αλλαγή γύρω στο τοπίο. Χιόνια στις στέγες, χιόνια στις αυλές, χιόνια στα δέντρα, στους δρόμους και στα σοκάκια που παίζαμε. Και τι μεγάλη χαρά να το βλέπεις να πέφτει από τον ουρανό! Σου ερχόταν να ανοίξεις τα χέρια σου για να πιάσεις την κάθε νιφάδα του. Ακόμα να θέλεις να πέφτει επάνω σου και να σε κάνει χιονάνθρωπο! Και προπαντός να παίζεις με αυτό!
Έτσι, αγαπημένο παιχνίδι για παίξιμο τότε με το χιόνι εκτός από τον χιονοπόλεμο ήταν η «γλίστρα», που αν έκανε και λίγη παγωνιά τότε γινόταν καλύτερη. Αλλά και πιο επικίνδυνη για ατυχήματα! Αλλά, όμως, νέα βλαστάρια, μικρά παιδιά ποιος τα λογάριαζε αυτά;
Θυμάμαι ακόμα με πόσο μεγάλη ευχαρίστηση βλέπαμε από το παράθυρο του σχολείου την ώρα του μαθήματος έξω να πέφτει τούφες τούφες το χιόνι. «Χιονίζει», λέγαμε και ξαναλέγαμε διακόπτοντας τον δάσκαλο, που καμιά φορά πολύ σοβαρός σήκωνε «το μαγικό ραβδάκι του» για να επιβάλλει την τάξη. Στην πραγματικότητα, όμως, και αυτός χαιρότανε όταν πήγαινε στην κατακόκκινη σόμπα να βάλει ξύλα, βέβαια, από αυτά που κουβαλούσε ο καθένας μας καθημερινά από το σπίτι του!
Θυμάμαι επιπλέον, ότι αυτά τα χιόνια που έπεφταν για πρώτη–δεύτερη φορά τα λέγαμε «σκυλίσια » ή «γατίσια», ονομασίες που μέχρι και σήμερα δεν μπόρεσα να εξηγήσω τι σημαίνουν και γιατί τα λέγαμε έτσι. Πάντως, όπως και να τα λέγαμε, ένα έχω να πω. Στα παιδικά μας μυαλά τα χιόνια τα είχαμε συνδέσει με τα Χριστούγεννα. Άλλωστε αυτό δε λέει και το τραγούδι «χιόνια στο καμπαναριό», που ακόμα και σήμερα το ακούμε και θυμόμαστε αυτό το μεγάλο Γεγονός και η καρδιά μας γεμίζει από νοσταλγία για τα παιδικά μας χρόνια!
Και φτάνουμε στην παραμονή των Χριστουγέννων. Μια μέρα που ο καθένας μας θα ήθελε να σταματήσει πραγματικά τον χρόνο. Και τι δεν είχε το μενού αυτής της μέρας. Θα αναφέρω μερικά από τα έθιμα τα οποία χαράχθηκαν στην μνήμη μου και ξεδιπλώνονται κάθε φορά που γίνεται συζήτηση για όλες εκείνες τις παλιές χριστουγεννιάτικες καλές μέρες. Πρώτα-πρώτα ήταν το σφάξιμο του γουρουνιού. Σε κάθε σπίτι σφαζόταν ένα γουρούνι που ο καλός νοικοκύρης μεγάλωνε στην αυλή του, πάντα με τροφές δικής του παραγωγής. Όταν θυμάμαι την εικόνα με το κόκκινο αίμα του να τρέχει πάνω στο χιόνι νομίζω ότι ακούω και τις φωνές του. Το καημένο το ζώο, σφαζόταν για να δώσει το κρέας του σαν τροφή, όχι μόνο για εκείνη τη μέρα των Χριστουγέννων και τις επόμενες γιορτές που ακολουθούσαν, αλλά ακόμη και για όλο τον χρόνο, αφού με αυτό γινόταν τσιγαρίδες, καβουρμάς και λουκάνικα, που μπορούσες να τα έχεις μέχρι την Άνοιξη και πολύ περισσότερο. Ωστόσο την παραμονή, τη μέρα της θυσίας, το κρέας του όλοι το εύρισκαν νοστιμότατο. Ήταν βλέπεις και η νηστεία των προηγούμενων ημερών! Η τσίκνα του ευωδίαζε τριγύρω και έσπαζε τα ρουθούνια μας καθώς ψήνονταν οι μπριζόλες στα κάρβουνα. Σε μερικές μάλιστα αυλές που οι νοικοκύρηδες ήταν πιο μερακλήδες άκουγες και κανένα ήχο από κλαρίνο με ντόπιους χορούς. Χαρά για όλους είχε η μέρα αυτή, πλούσιους και φτωχούς!
Αξέχαστη εικόνα επίσης τη μέρα αυτή ήταν και τα κουλούρια και οι διάφορες πίτες που μαζί με τα άλλα φαγητά κοσμούσαν το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Για την οικογένειά μας τουλάχιστον στα πρώτα παιδικά μου χρόνια όλα τα παραπάνω ετοιμάζονταν στο σπίτι της γιαγιάς μου. Θυμάμαι σαν να ήταν χθες τότε που μαζεύονταν εδώ όλες οι παντρεμένες κόρες της, μαζί και η μάνα μου, όλες με τους άνδρες και τα παιδιά τους για να κάνουν τις σχετικές προετοιμασίες. Πάνω στον σοφρά με τον πλάστη στα χέρια, μέσα σε μια γιορταστική ατμόσφαιρα, άνοιγαν τα φύλλα για τις πίτες, έπλαθαν τα κουλουράκια και έξω που χιόνιζε άναβαν τον φούρνο. Γενικός αρχηγός στην όλη διαδικασία ήταν η προγιαγιά μου η Ουρανία. Τεχνίτρια και μαστόρισσα στο είδος έδινε τις συμβουλές και τις οδηγίες της αλλά κυρίως τις εμπειρίες της φερμένες από την αλησμόνητη πατρίδα, το Σαφράνι, ένα μικρό χωριό έξω από τη Γιάλοβα ή τη Γιάλβα της Μ. Ασίας όπως έλεγε και η ίδια.
Και όταν τελείωνε και το ζύμωμα ακολουθούσε το ψήσιμο. Τα ταψιά, μυρωδάτα και φουσκωμένα, μεταφέρονταν από το μικρό και ζεστό καμαράκι έξω στην αυλή με το χιόνι να πέφτει και έμπαιναν στον φούρνο που ήταν έτοιμος να τα ψήσει. Ύστερα, μετά από ώρα, όπως ήταν ροδαλά και ξεροψημένα από την φωτιά, αραδιάζονταν πάνω χιόνι για να κρυώσουν και μεταφέρονταν πάλι στο σπίτι. Ακολουθούσε πλούσιο τραπέζι με πάσης φύσεως εδέσματα και φυσικά εκλεκτό ούζο και κρασί, παραγωγής όλα του παππού μου. Αληθινά όμορφες στιγμές των παιδικών μου χρόνων και ανεξίτηλες μνήμες μιας εποχής που όσο μεγαλώνεις μάταια νοσταλγείς να την ξαναζήσεις!
Εκείνο, όμως, που σαν παιδιά μας συγκινούσε περισσότερο ήταν τα κάλαντα το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων και πριν από αυτά η «κόλιντα μπάμπο» Έτσι, θα έλεγα ότι το βράδυ εκείνο δεν είχε ύπνο, η δε επιθυμία να γίνουν τα έθιμα ήταν προετοιμασίες πολλών ημερών πριν. Με λίγα λόγια έπρεπε να ετοιμασθούν οι παρέες που θα γυρίσουν στα σπίτια, οι ηλεκτρικοί φακοί για να βλέπεις την νύχτα που πατάς, τα ξύλα σε κάθε γειτονιά που θα αναφτούν οι φωτιές και προπαντός το «καμπανάκι». Ναι το καμπανάκι!
Αυτό ήταν όπως σήμερα θα λέγαμε η μασκότ για την κόλιντα μπάμπο των Χριστουγέννων και για τη «σούρντα μπάμπο» την Πρωτοχρονιά. Ήταν το εργαλείο για το έθιμο που σίγουρα θα θυμούνται στο χωριό άτομα μεγαλύτερης ή ίσως και μικρότερης ηλικίας από μένα. Μάλιστα σε πρόσφατη συζήτηση στο χωριό κάποιοι από τους μεγαλύτερους που έφυγαν μετανάστες στην Αμερική, την Αυστραλία και τη Γερμανία εδώ και πολλά χρόνια και σήμερα είναι παππούδες με εγγόνια ζήτησαν να μάθουν για την τύχη του.
Το καμπανάκι, λοιπόν, αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το εξωτερικό περίβλημα μιας οβίδας αεροπλάνου που έπεσε στο χωριό στα χρόνια του πολέμου. Όμως, φαίνεται ότι αυτή πέφτοντας δεν έσκασε και έτσι αργότερα εξουδετερώθηκε, αφού από το εσωτερικό της αφαιρέθηκε η εκρηκτική ύλη. Κάποιος από το χωριό, ίσως αυτός να ήταν και ο τότε δάσκαλος μας, είχε τη φαεινή ιδέα να τη μεταφέρει στο δημοτικό σχολείο, για ποιο πράγμα λέτε; Για να σημαίνει στους μαθητές την έγκαιρη προσέλευση τους στο σχολείο το πρωί και το απόγευμα. Για τον σκοπό αυτό κρεμάστηκε με ένα χοντρό σύρμα στο κλωνάρι ενός δέντρου που ήταν στην αυλή του σχολείου δίπλα στα αποχωρητήρια, ενώ ανατέθηκε ρητά από τον δάσκαλο σε μαθητές που έμεναν κοντά σε αυτό και μάλιστα επί «ποινή ξυλιάς» αν δεν τηρηθεί η εντολή του, να το χτυπούν με ένα τσεκούρι ή μια πέτρα λίγο πριν την έναρξη των μαθημάτων. Ο ήχος που έβγαζε από τα χτυπήματα ήταν τόσο δυνατός, ίδιος με την καμπάνα της Εκκλησίας, που ακουγόταν σε όλο το χωριό. Γι’ αυτόν τον λόγο άλλωστε το λέγαμε και καμπανάκι. Δεν ξέρω αλλά ο ήχος του τότε για την μετάβαση όλων μας στο σχολείο ήταν τελείως απαραίτητος. Έτσι, όταν θέλαμε να ξεκινήσουμε για να πάμε στο μάθημα ρωτούσαμε αν «χτύπησε το καμπανάκι». Αλλά και όταν πάλι αργούσαμε να πάμε βρίσκαμε την δικαιολογία ότι τάχα δεν το ακούσαμε να χτυπάει. Και το περίεργο όπως προανέφερα! Αλίμονο στον συμμαθητή μας που ξεχνούσε να το χτυπήσει. Είχε εξασφαλισμένες τις «ξυλιές» στα χέρια, τιμωρία, βέβαια, που με τα σημερινά σχολικά χρονικά είναι ακατανόητη. Για τις ανάγκες έτσι του εθίμου το βράδυ με την «κόλιντα μπάμπο» τα μεγαλύτερα παιδιά ξεκρεμούσαν το περιβόητο καμπανάκι από την θέση του και με ένα ξύλο που το περνούσαν στην εσωτερική του τρύπα το μετέφεραν στις γειτονιές, χτυπώντας το για να κάνει θόρυβο. Την ίδια στιγμή όλοι οι συμμετέχοντας φώναζαν «εεε…κόλιντα μπάμπο».
Ήταν κάτι το συγκλονιστικό! Οι φωνές, οι ήχοι από το καμπανάκι, οι φωτιές που έκαναν τη νύχτα μέρα αλλά και ο κόσμος που έβγαινε από τα σπίτια του και συμμετείχε στο έθιμο σου έδιναν την εντύπωση πως δεν είσαι στη γη και ότι ζεις σε έναν άλλο κόσμο με χαρούμενους και ευτυχισμένους ανθρώπους. Όλα γίνονταν τόσο απλά, τόσο αυθόρμητα, τόσο ταπεινά, που θα τα ζήλευαν όλες οι σημερινές καλά προγραμματισμένες εκδηλώσεις για το έθιμο αυτό, που δυστυχώς τώρα μόνο ρουτίνα και βαρεμάρα σου προσφέρουν. Και αυτό γιατί τότε ζούσες αληθινά την εποχή σου. Βέβαια, όχι μέσα στην πολυτέλεια, την χλιδή και την γκρίνια για την «ντόλτσε βίτα» που δεν είχες. Αλλά μέσα από το «δόξα τω Θεώ» γι’ αυτά τα λίγα που είχες ή ακόμα ακόμα και από τα λίγα κάστανα, καρύδια, ξυλοκέρατα, μανταρίνια και πορτοκάλια που σου πρόσφεραν για το έθιμο στην πόρτα τους οι μαυροντυμένες γιαγιάδες όταν πήγαινες στο φτωχόσπιτό τους. 
Και όταν η νύχτα προχωρούσε, λίγες ώρες πριν να χαράξει, άρχιζαν τα κάλαντα. Παρέες παρέες, μικροί αλλά και κάπως μεγαλύτεροι από εμάς στη ηλικία, ξεχύνονταν στις γειτονιές ψάλλοντας τον Χριστό που γεννιέται. Κανείς δεν λογάριαζε το χιόνι που έπεφτε και έκανε δύσκολο το περπάτημα ή τον αέρα που φυσούσε και έκανε τσουχτερό κρύο. Μπροστά σε αυτό που έκανες και ήσουν ευχαριστημένος, στον ενθουσιασμό σου για τις λίγες πενταροδεκάρες που θα εξοικονομούσες, όλα τα πιο πάνω ήταν πολύ εύκολο να ξεπεραστούν. Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, τις μέρες αυτές θα είχες και δικό σου πορτοφόλι. Μεγάλη υπόθεση, όπως και να το κάνουμε!
Μέσα λοιπόν σε αυτές τις παρέες παιδάκι ήμουν και εγώ. Άρχιζα τα κάλαντα πάντοτε από το σπίτι του παππού μου. Από εδώ ήταν σίγουρο πως θα εξασφάλιζα ένα γερό φιλοδώρημα, ας πούμε τότε των δύο δραχμών που φυλούσε να δώσει από την αγροτική του σύνταξη τόσο για μένα, όσο και για τα άλλα εγγόνια του. Στη διαδρομή έβρισκα την παρέα μου για να συνεχίσουμε και σε άλλους συγγενείς ή σε άλλα φιλικά σπίτια. Παντού άκουγες το «Χριστούγεννα Πρωτούγεννα» ή το «Καλήν ημέρα άρχοντες», άσματα που μπερδεύονταν πολλές φορές με τα γαυγίσματα κανενός αγριεμένου σκύλου, που διαταρασσόταν ο ύπνος του στα υπόστεγα που την άραζε, εξ αιτίας αυτού του πανηγυριού των παιδιών μέσα στη μαγεμένη νύχτα.
Γι’ αυτό και δεν έλειπαν τα απρόοπτα σε αυτήν την πανδαισία, σαν απαύγασμα της όλης ιεροτελεστίας που ο καθένας μας έπαιρνε μέρος. Έτσι, δεν ήταν λίγες οι φορές που επέστρεφες στο σπίτι σου με σχισμένο το παντελόνι από τα δόντια κάποιου σκύλου ή και το πιο συχνό επειδή έπεφτες στα λασπόνερα και χτυπούσες το πόδι σου, ιδιαίτερα στον «πάνω μαχαλά», μια και οι δρόμοι εκεί δεν είχαν ασφαλτόστρωση, παρά μόνο λάσπη και μόνο λάσπη μέχρι το γόνατο!
Στο σημείο αυτό θα ήταν παράλειψη αν δεν έλεγα και για τα πικρά σχόλια που έκαναν μερικές φορές μεταξύ τους οι παρέες όταν τραγουδούσαν και συναντούσε η μια την άλλη. Μιλάμε για τις περιπτώσεις που τα σπίτια δεν άνοιγαν να δώσουν τον οβολό τους. «Παιδιά», έλεγαν, «μην πάτε εκεί, γιατί δεν ανοίγουν». Και εδώ, βέβαια, αναφέρονταν για κάποιες οικογένειες που φαίνεται είχαν βαρύ τον ύπνο τους και δεν άκουγαν ή άκουγαν, αλλά δεν ήθελαν σηκωθούν και να βγουν στην είσοδο για μια τυπική ευχή και να δώσουν κάτι από κομπόδεμά τους.
Ίσως, όμως, και να μην είχαν την οικονομική ευχέρεια. Συνέβαινε τότε και αυτό. Αλλά, ωστόσο, σε αυτές τις περιπτώσεις, είτε έτσι είτε αλλιώς, υπήρχε και η ανάλογη αντίδραση. Οι θυμωμένοι «καλαντόπαιδες», βλέποντας την αδιαφορία των νοικοκυραίων άλλαζαν εντελώς το νόημα εκείνης της ευχής στο τραγούδι, «σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε...», λέγοντας «…πέτρα να ραγίσει κι ο νοικοκύρης του σπιτιού αύριο…», δεν μπορώ να πω παραπέρα είναι εύκολα κατανοητό. Εδώ πάλι ξέρω ότι ο καθένας που το έλεγε δεν το πίστευε. Σίγουρο είναι, όμως, ότι έπαιρνε μεγάλο ρίσκο, γιατί αυτός ο νοικοκύρης αν ποτέ ξυπνούσε και άφηνε το χουζούρι του ο μικρός θα έτρεχε…μέχρι να πατήσει «μαύρο χιόνι», όπως λέγαμε στο χωριό!
Χάραζε η μέρα και ένας ένας από εμάς επέστρεφε στο σπίτι του φορτωμένος με τις αναμνήσεις της νύχτας αλλά και με φουσκωμένη την τσέπη του. Συνολικό ποσό, μετρώντας τα πενηντάλεπτα, τις δεκάρες και τις πεντάρες, δέκα με δεκαπέντε δραχμές. Δηλαδή ένα ποσό όχι και τόσο ευκαταφρόνητο για ένα παιδάκι τότε, που συνήθως πήγαινε στον μπακάλη για να αγοράσει καραμέλες δίνοντας του ένα αυγό. Οι γιορτινές εκείνες μέρες ήταν θα λέγαμε για μας η εποχή των «παχιών αγελάδων».

Αυτές τις γνωστές φιγούρες είδα σήμερα μπροστά μου ανοίγοντας την πόρτα. Εμένα και τους φίλους μου από τα παλιά. Μαζί άνοιξε μπροστά μου σαν οθόνη κινηματογράφου μια περασμένη, αλλοτινή εποχή αλλά και μια αξέχαστη εποχή με φωτεινά Χριστούγεννα. Χριστούγεννα αγάπης, νοσταλγίας, με χρώμα που δεν σε αφήνουν να μεγαλώσεις και σε κρατάν πάντα παιδί.
Όμως, το τραγούδι των παιδιών τέλειωσε και έκλεισε η αυλαία των αναμνήσεων. Άλλωστε, τόσο βαστούν τα όνειρα και μετά, μετά έρχεται η καθημερινή πραγματικότητα!
-Κύριε, «καλά Χριστούγεννα και χρόνια πολλά», μου ευχήθηκαν τα παιδιά.
«Ευχαριστώ», είπα και αντευχήθηκα με αναστεναγμό, που αλήθεια το λέω, δεν ήθελα εκείνη τη χαρούμενη στιγμή να βγει μέσα στο σπίτι μου!

Τρύφων Ούρδας  24-12-2024